23/12/2011, "Η εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού", Γεωργίου Μαυρομάτη


Η εικόνα της Γεννήσεως του Χριστού1

Η εικονογραφία της Γεννήσεως του Χριστού, ξεκινά από εκεί­να που λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς γι' αυτήν (β' 1-20) και έχει και άλλα στοιχεία της παραδόσεως της Εκκλησίας μας.
Η φάτνη βρίσκεται στο κέντρο της εικόνας μέσα σε ένα μαύρο και σκοτεινό τριγωνικό σπήλαιο. Το Ευαγγέλιο, όπως είναι γνω­στό, δεν λέει τίποτε για σπήλαιο, μας πληροφορεί όμως γι' αυτό η Παράδοση, και μάλιστα η αρχαία. Ο άγιος Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυρας λέει: «Μη έχοντας ό Ιωσήφ που να κατοικήσει σ' ε­κείνη την πολίχνη, εγκαταστάθηκε σε μια σπηλιά όχι πολύ μακρυά από τη Βηθλεέμ». Το σκοτεινό χρώμα του σπηλαίου δεν μπαίνει τυ­χαία εκεί. Δείχνει τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου, μέσα στον οποίον λάμπει το κατάλευκο σπαργανωμένο Βρέφος φωτίζον­τας τον.
Μέσα στη φάτνη είναι ξαπλωμένο το «Γεννηθέν Παιδίον», τυ­λιγμένο σε λευκά σπάργανα. Αυτό είναι και το κέντρο της εικόνας προς το Οποίο και κλίνουν τα πάντα.
Το Παιδί είναι ξαπλωμένο στη Φάτνη, είναι ο «Αναπεσών» της προφητείας (Γεν. μθ' 9) είναι ο ίδιος ο Θεός που φανερώθηκε σ' εκείνους που κάθονταν «στο σκοτάδι και τη σκιά του θανάτου» (Λουκ. α' 79), της αμαρτίας. Η γέννηση του Χριστού μέσα σε σπή­λαιο, μας λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης, μοιάζει με το πνευματι­κό φως που έλαμψε μέσα στα σκοτάδια του θανάτου, που τυλίγανε το ανθρώπινο γένος.
Στη ζωγραφική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ο μικρός Χριστός εικονίζεται γυμνός, το Ευαγγέλιο όμως, το λέει καθαρά: «και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη» (Λουκ. β' 6).
Πίσω από τη φάτνη βρίσκονται δύο ζώα, ένα βόδι και ένα γαϊδουράκι. Η θέση τους στο κέντρο της εικόνας δείχνει τη σπουδαιό­τητα που δίνει η Εκκλησία μας σ' αυτή τη λεπτομέρεια. Χωρίς αμ­φιβολία, το να υπάρχουν εκεί τα δύο αυτά ζώα εξηγείται από την πρακτική ανάγκη: Η Παρθένος ταξίδεψε καθισμένη πάνω σ' ένα γαϊδουράκι, και το βόδι το είχε οδηγήσει εκεί ο Ιωσήφ που ήθελε να το πουλήσει για να βγάλει τα έξοδα του ταξιδιού. Αυτή όμως η πρα­κτική ανάγκη δεν είναι αρκετή να εξηγήσει την παρουσία ζώων τό­σο κοντά στον Λυτρωτή. Την εξηγεί η προφητεία του Ησαΐα: «Γνω­ρίζει το βόδι τον ιδιοκτήτη του και ο όνος τη φάτνη του κυρίου του. Ό Ισραήλ όμως δεν με γνωρίζει, και ό λαός (μου) δεν με καταλα­βαίνει» (Ησ. α' 3). Ο Θεός κατεβαίνοντας στη γη και έχοντας γίνει άνθρωπος, δεν βρήκε θέση ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί αυτοί δεν τον δέχτηκαν. Το Σπήλαιο και η Φάτνη ανήκουν στα ζώα. Επί­σης, η παράσταση των ζώων κοντά στη Φάτνη του Χριστού, θυμί­ζει και την προφητεία του Αββακούμ: «Θα γνωριστείς ανάμεσα σε δυο ζώα» (Αββακ. γ' 2).
Στο κέντρο της εικόνας, μαζί με τον Χριστό βρίσκεται και η Μητέρα Του η Παναγία, ξαπλωμένη κοντά στο Παιδί της πάνω σ' ένα στρωσίδι, όπως συνηθίζεται στην Ανατολή. Η παρουσία της ε­κεί δείχνει πως στο σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώ­που, βοηθά («συμβάλει») και το ανθρώπινο γένος. Η Θεοτόκος Μαρία είναι η καινούργια Εύα. Όπως η πρώτη Εύα έγινε μητέρα των προχριστιανικών ανθρώπων, έτσι η νέα Εύα, η Μαρία, έγινε μητέρα της νέας ανθρωπότητος (της θεωθείσης). Όμως, η πρώτη έδωσε προσοχή στα λόγια του φιδιού μέσα στον Παράδεισο. Η δεύ­τερη άκουσε τον χαιρετισμό του Αρχαγγέλου. Για τη συμμετοχή της Παναγίας στη σωτηρία μας, η εικόνα την παρουσιάζει με μεγά­λες διαστάσεις. Σε πολλές εικόνες είναι η πιο μεγάλη από όλα τα άλλα πρόσωπα.
Στο επάνω μέρος της εικόνας, από τα δεξιά, είναι ο χορός των Αγγέλων. Οι Άγγελοι έχουν μια διπλή υπηρεσία: δοξολογούν τον Θεό και φέρνουν καλές αγγελίες («ευαγγέλια») στους ανθρώπους. Στην εικόνα εκφράζεται αυτή η διπλή υπηρεσία τους, παριστάνον­τας ένα τμήμα των Αγγέλων προς τα πάνω, προς τον Θεό, και ένα άλλο προς τα κάτω, προς τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αυτοί εί­ναι οι ποιμένες, που επειδή έχουν καθαρή καρδιά μπορούν να επι­κοινωνούν με τον κόσμο του ουρανού, και γίνονται οι πρώτοι μάρ­τυρες του θαύματος. Παριστάνονται στην εικόνα ακούγοντας τον ύ­μνο των Αγγέλων, καθώς ένας Άγγελος τους μιλά και τους εξηγεί για το γεγονός της Γεννήσεως. Συχνά ένας από τους ποιμένες παί­ζει με τη φλογέρα του, ανακατεύοντας την ανθρώπινη μουσική τέ­χνη, με τον αγγελικό ύμνο. Ένας άλλος ποιμένας αρμέγει.
Από την άλλη μεριά της εικόνας εικονίζονται οι Μάγοι, άλλοτε πεζοί και άλλοτε πάνω σε άλογα ή καμήλες, κρατώντας τα δώρα τους, χρυσό και λίβανο και σμύρνα. Το χρυσάφι το πρόσφεραν, γιατί ο Χριστός είναι ο βασιλιάς όλων των αιώνων, το λιβάνι το πρό­σφεραν γιατί ο Χριστός είναι ο Θεός όλων, και τη σμύρνα, στον Α­θάνατο Χριστό που θα έμπαινε στον Τάφο για τρεις μέρες. Σημαί­νουν λοιπόν τα δώρα τον θάνατο και την ανάσταση Του.
Μπροστά από τους Μάγους βαδίζει ο Αστέρας που τους οδη­γεί και τους δείχνει τη Φάτνη. Η αχτίνα του Αστέρα, που δείχνει τη φάτνη, ξεκινά από σημείο που βρίσκεται έξω από την εικόνα, τον ουρανό. Αυτό σημαίνει πως το Άστρο δεν είναι μόνο ένα κοσμικό φαινόμενο, αλλά και ένας μηνυτής από τον ουρανό, που φέρνει μή­νυμα στη γη ότι γεννήθηκε σ' αυτήν Εκείνος, που ανήκει στον ου­ρανό. Επειδή οι Μάγοι είναι αστρολόγοι, μαθαίνουν για τον Χριστό που γεννιέται, από ένα Αστέρι, με κάτι δηλαδή που μελετούν, όπως λέει και το Απολυτίκιο της γιορτής: «Εν αυτή γαρ οι τοις άστροις λατρεύοντες, υπό αστέρος εδιδάσκοντο...».
Στο κάτω αριστερό μέρος της εικόνας ζωγραφίζεται ο Ιωσήφ σκεφτικός για όλα όσα συμβαίνουν, και μπροστά του, με τη μορφή ενός γέροντα ή ενός τσομπάνου ντυμένου με μια προβιά ο Σατανάς, που προσπαθεί να σπείρει αμφιβολία στην ψυχή του δικαίου γέρον­τα. Ο Ιωσήφ ζωγραφίζεται στην άκρη της εικόνας και όχι μαζί με το Παιδίον και τη Μητέρα Του, γιατί δεν είναι πατέρας, αλλά προστά­της του Ιησού και της Μαρίας.
Μένει ακόμη μια τρυφερή λεπτομέρεια, στην εικόνα της Γεννή­σεως του Χριστού. Η λεπτομέρεια του πρώτου λουτρού του Βρέ­φους, που ζωγραφίζεται στα δεξιά και κάτω της εικόνας. Το γεγο­νός είναι παρμένο από την Παράδοση. Στα αριστερά είναι καθισμέ­νη μια γριά, η Σαλώμη που κρατά στην αγκαλιά της το νεογέννητο γυμνό, και δοκιμάζει με το χέρι της το ζεστό νερό μέσα σε μια κολυμβήθρα, ενώ μια μικρή χωρική με το τσεμπέρι, ρίχνει νερό για να κάνουν το λουτρό του Βρέφους. Η σκηνή, αν και είναι της καθημε­ρινής ζωής, δείχνει για μια ακόμη φορά καθαρά πως ο Γεννηθείς ή­ταν πραγματικά άνθρωπος και είχε τις απαιτήσεις της ανθρώπινης φύσεως2.




1. Γεώργιος Μαυρομάτης, Η γιορτή των Χριστουγέννων, εκδ. Τέρτιος 1985 ,σ.316-318

2.Για την ερμηνεία της εικόνας της Γεννήσεως του Χριστού βλέπε: 1) Φωτίου Κόντογλου, Έκφρασις, Αθήναι 1960, 2) Χρήστου Γκότση, Ο Μυστικός κόσμος των Βυζαντινών εικόνων, τόμος Α' , Αθήναι 1971, 3)Παύλου Ευδάκίμωφ, Η πάλη με τον Θεόν, Θεσσαλονίκη 1970, 4) Παύλου Ευδοκίμωφ, Ή τέχνη της Εικόνας - Θεολογία της Ωραιότητος, Θεσσαλονίκη 1980. 5) Λεωνίδα Ουσπένσκη, Χριστός επί γης υψώθητε! (τι διδάσκει η εικόνα της Γεννήσεως) περιοδ. Κιβωτός, Δεκεμβρίου 1952, σελ.

441-445. 6) Φώτη Κόντογλου, Η Γέννηση στην Αγιογραφία, περιοδ. Αστυνομικά Χρονικά, Νοεμβρίου - Δεκεμβρίου 1978, σελ. 830-833, 7) Νίκου Ζία, Δεύτε ίδωμεν πιστοί, που εγεννήθη ο Χριστός, Η εικόνα της Γεννήσεως στην Ορθόδοξη τέχνη, εφημ. Ορθόδ. τύπος, 21.12.1979. 8) Θανάση Παλιούρα, το λουτρό του Νεογέννητου Χριστού στην παράστασι της Γεννήσεως, περιοδ. Κοσμάς ο Αιτωλός, Δεκεμβρίου 1969, σελ. 306-311.