4/03/2012, Για την εκκλησιαστική λαμπρότητα, Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Στον κύριο οικονόμο για την εκκλησιαστική λαμπρότητα.1


Σας είναι αδιανόητο γιατί η ορθόδοξη Εκκλησία επιτρέ­πει τόση εσωτερική λάμψη: πολύτιμες εικόνες, ασημένια καντήλια, χρυσά δισκοπότηρα, ακριβά άμφια, και άλλα ακριβά πράγματα. Επειδή θέλει, όλη αυτή ή εκθαμβωτική λάμψη να θυμίσει στους ανθρώπους την αιώνια λάμψη των ουρανών. Να τούς τραβήξει έστω και για μία στιγμή, από τη γήινη αθλιότητα τους και να τούς προειδοποιήσει για εκείνον τον άλλο κόσμο, την ουράνια πατρίδα τους, το βασί­λειο της αιώνιας ευτυχίας και της αιώνιας χαράς. Να τούς παρουσιάσει -όσο είναι δυνατό στη γη- με τρόπο υλικό και συμβολικό, εκείνη την πολυτέλεια και εκείνον τον πλούτο, πού είναι γεμάτος ό πνευματικός κόσμος, και με τα όποια πρέπει να γεμίζει ή ψυχή τού χριστιανού, πού είναι κλεισμέ­νη στο σώμα, όπως είναι κλεισμένη μέσα στους πέτρινους τοίχους τού ναού όλη εκείνη ή λάμψη.
Όμως αυτή είναι μόνο μία γενική παρατήρηση. Το κάθε πράγμα ξεχωριστά, κάθε σχήμα, κάθε χρώμα, κάθε διακό­σμηση, έχει στον ορθόδοξο ναό ιδιαίτερη πνευματική σημασία. Συνολικά και ξεχωριστά, λοιπόν, όλα αυτά συμβολίζουν, εκφράζουν τη διδαχή, για την οδό της σωτηρίας, το σωτήριο δράμα της ζωής τού Χρίστου, τις υποσχέσεις τού Χριστού. η κάποιο μυστήριο τού Ουράνιου Βασιλείου.
Εσείς νομίζετε πώς όλα αυτά μπορούσαν να μεταμορ­φωθούν σε ψωμί και να φαγωθούν! Και όταν φαγωθούν τότε τί; Εάν το σώμα φάει την πνευματική τροφή με τι θα τραφεί η ψυχή; Άραγε δεν ακούσατε εκείνο πού άκουσε ολόκληρος ό κόσμος, πώς οι άθεοι της Μόσχας όλα αυτά m μεταμόρφωσαν σε ψωμί και τα έφαγαν, κι όμως τώρα πεινούν και μάλιστα πεινούν έτσι όπως στη Ρωσία δεν πεινούσαν ποτέ από την εποχή τού Εσκούδου και τού Δίρου; «Ουκ επ' άρτω μόνω ζήσεται ό άνθρωπος» (Ματθ. 4,4 Έκτος από τον σωματικό άρτο, χρειάζεται και ό πνευματικός. Όλα τα πράγματα στον άγιο ναό, με τη σημασία τους. αποτελούν την πνευματική τροφή για τις ανθρώπινες ψυχές.
Μπείτε βαθύτερα στη χριστιανική διδασκαλία, η οποία για εμάς τούς ταξιδιώτες της γης είναι σημαντικότερη απ'  όλες τις άλλες διδασκαλίες και θα καταλάβετε. Και καταλαβαίνοντας θα πετάξετε τις τωρινές σκέψεις σας και θα τις αντικαταστήσετε με ορθές σκέψεις.
Ειρήνη σε σάς και ευλογία

 Πάλι στον κύριο οικονόμο για την εκκλησιαστική λάμψη.

Στο προηγούμενο γράμμα μου απαντάτε πάλι με ερώ­τηση: «Θα ανεχόταν ό Χριστός τόση λάμψη στην Εκκλησία;». Οπωσδήποτε. Το ανεχόταν και τότε, θα το ανεχόταν και τώρα. Τότε υπήρχε στα Ιεροσόλυμα ό ναός του Σολομώντα ένα από τα σπάνια θαύματα της αρχιτεκτονικής και πολυτέλειας στον κόσμο. Τούτος ο ναός είχε περισσότερο χρυσό και πολύτιμες πέτρες εσωτερικά απ' ότι έχουν σήμε­ρα όλοι οι χριστιανικοί ναοί στα Βαλκάνια. «Και όλον τον οίκον περιέσχε χρυσίω έως συντέλειας παντός τού οίκου» (Γ' Βασ. 6,22). Σ' αυτό τον ναό έμπαινε ό Χριστός πολλές φορές, όμως ποτέ δεν εξέφρασε τη δική σας σκέψη, ότι θα έπρεπε όλα αυτά να μεταμορφωθούν σε ψωμί και να φα­γωθούν. Αυτός προέβλεψε την κατάρρευση αυτού τού να­ού, και ό ναός καταστράφηκε, αλλά όχι εξαιτίας τού χρυ­σού στον ναό, αλλά εξαιτίας της λάσπης στις ανθρώπινες ψυχές. Έμενα με ευχαριστεί πού δείχνετε ελεήμων προς τούς φτωχούς, αλλά ακόμα περισσότερο θα με ευχαριστούσε εάν δείχνατε ελεήμων με τη δική σας περιουσία και όχι των άλλων. Δεν θα ήθελα να σας δω όμως στην ίδια πλευρά με τον Ιούδα. Θα θυμάστε πώς ό Ιούδας θέλησε κάποτε να φανεί πιο ελεήμων από τον Χριστό... Διαβάστε το δωδέκατο κεφάλαιο τού κατά Ιωάννων Ευαγγελίου. Κάποια γυναίκα πήρε ένα μπουκαλάκι με πολύτιμο μύρο νάρδου και άλειψε τα πόδια τού Ιησού. Ό Ιούδας, ό όποιος αργότερα πρόδωσε τον δάσκαλο του για τα λεφτά, θύμωσε και φώναξε: «Διότι τούτο το μόρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχούς;» (Ιωάν. 12,5). Σ' αυτό τού απάντησε ό στοργικός Κύριος πού ήταν καθ' οδόν να δώσει και τη ζωή Του για τούς φτωχούς: «Τούς πτω­χούς γάρ πάντοτε έχετε μεθ' εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε» (Ιωάν. 12,8).
       Ακούστε. λοιπόν, τί θα σας πω: εάν όλοι εμείς είχαμε πάντα τον Χριστό μαζί μας, δεν θα υπήρχαν φτωχοί ανάμεσα μας. Εκείνοι οι όποιοι έχουν τον Χριστό μαζί τους, εκείνοι προσέφεραν στην Εκκλησία όλα αυτά πού εσείς ονομάζετε «λάμψη». Εκείνοι οι ίδιοι δίνουν τα μέγιστα στους φτω­χούς. Ή αγάπη προς τον ζωντανό Χριστό τούς σπρώχνει και στις δύο θυσίες: στη θυσία προς την Εκκλησία τους και στη θυσία προς τα φτωχά αδέλφια τους. Ενώ εκείνοι πού δεν έχουν τον Χριστό μαζί τους, δεν έχουν ούτε τούς φτωχούς μαζί τους. Εκείνοι θα ήθελαν να πάρουν από την Εκκλησία και να δώσουν στους φτωχούς, για να μην δίνουν τα δικά τους και για να μην τούς ενοχλούν οι φτωχοί. Αυτός είναι ό βαθύτερος πειρασμός, πού κάνει αυθάδη περίπατο ανάμε­σα μας με το προσωπείο της ευεργεσίας.

1. Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Ιεραποστολικές επιστολές Β’ «Δεν φτάνει μόνο η πίστη…», εκδόσεις Εν πλω, σ. 109-112