3/04/2012, " Ο άρχοντας και ο δούλος ", π. Βαρνάβα Λαμπρόπουλου


Ο άρχοντας και ο δούλος1


Πρόσφατα κάποιος Έλληνας Ευρωβουλευτής έλεγε σε ιδιωτική συντροφιά με ανατριχιαστική «ειλικρίνεια»: «Για μένα Ελλάδα σημαίνει: αναμνήσεις ακαι εμπειρίες ταπείνωσης και στερήσεων. Περπατούσα ξυπόλητος σαν παιδί, και κρύωνα. Ζώ ακόμα την αίσθηση των ξυλιασμένων χεριών και ποδιών μου. Σε αυτή την αίσθηση της στέρησης και της δυστυχίας εξαντλείται… η ελληνική μου καταγωγή. Όλα τα άλλ, οι ρητορείες για τον πολιτισμό μας και τη παράδοση μας, μου είναι τόσο ξένα, όσο και το ένδοξο παρελθόντ ης Κίνας ή του Θιβέτ. Τον σημερινό ευρωπαϊκό τρόπο του καθημερινού μου βίου, δεν τον ανταλλάσω με καμμία ελληνικότητα»!!! (Περιοδικό ΕΛΛΟΠΙΑ, τ14, σελ. 40).
Τι ανατριχιαστική δήλωση! Χωρίς να είμαστε υπερβολικοί, θα μπορούσαμε να πούμε, ότι ο ευρωβουλέυτής «μας» πουλάει άνετα την ελληνικότητα και την παράδοση τωνν πατέρων του για … ένα ζευγάρι παπούτσια και ένα ζευγάρι γάντια!...
Κάποιος άλλος Ρωμηός, αληθινός άρχοντας τούτος, ανέβαζε «λίγο» πιο ψηλά την τιμή της Ρωμηοσύνης και της Παράδοσης της.
Λεγόταν Λουκάς Νοταράς και ήταν ο τελευταίος Μέγας Δουξ της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Δεξί χέρι του δοξασμένου βασιλιά μας Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Λίγες μέρες μετά την άλωση της Πόλης, ο σουλτάνος του ζήτησε τον ένα από τους γιούς του… για το χαρέμι του.
Και ο Νοταράς απάντησε στον απεσταλμένο του σουλτάνου: « Σε μας δεν συνηθίζεται να παραδίδουν με τα ίδια τους τα χέρια οι γονείς τα παιδιά τους για να μιανθούν. Προτιμότερο είναι να στείλει ο ηγεμόνας δήμιο, να πάρει το κεφάλι μου».
Με το κεφάλι του, καθώς και με τα κεφάλια των δύο μεγαλύτερων γιών του, πλήρωσε ο Μέγας Δούξ Λουκάς Νοταράς την τιμή όχι μόνο της οικογενείας του, αλλά και ολόκληρης της Ρωμηοσύνης, που μόλις είχε αρχίσει να πίνει το πικρό ποτήρι της σκλαβιάς.
Αμφιβάλλει κανείς, ότι ο σημερινός ευρωβουλευτής της Ψωροκώσταινας θα το πούλαγε και το παιδί του, για να γλυτώσει «από την στέρηση και την δυστυχία», που του κόστισε η ελληνική καταγωγή!
Ποιος θα εξηγήσει στον «μορφωμένο» ευρωβουλευτή «μας», ότι αυτός ο σταυρός της στέρησης και της κακοπαθείας είναι η δόξα της Ρωμηοσύνης;
Ποιός θα του θυμίσει ότι η Ρωμηοσύνη κρατήθηκε όρθια, όσο οι Ρωμηοί ήξεραν να σηκώνουν αυτόν τον σταυρό και να χύνουν το αίμα τους για την πίστη τους;
Ποιος θα πει στον θαμπωμένο (από τον τρόπο του ευρωπαϊκώς ζην) εθνοπατέρα, την διαπίστωση που έκανε ένας μάρτυρας Ρωμηός Πατριάρχης: «Αν είχε βασιλεύσει ο Τούρκος εις την Φραγκίαν δέκα χρόνους, χριστιανούς εκεί δεν αθ έβρισκες!»
Θα μπορούσε άραγε ο «καλλιεργημένος» Γραικύλος «μας» να καταλάβει τέτοιες διαπιστώσεις;



1. π. Βαρνάβας Λαμπρόπουλος, Μηνύματα από την Λυχνία Β’ εκδ. Ι.Μονής Προφ. Ηλιού Πρεβέζης, σ.38-40