10/5/2014, Προσεγγίζοντας τη Θεία Λειτουργία, του Δημήτρη Μαυρόπουλου



Προσεγγίζοντας τη Θεία Λειτουργία


Ή Λειτουργία του λόγου


Ή Λειτουργία τού λόγου αναπτύσσεται σέ 9 βήματα. Σπεύδω να πω ότι ή Λειτουργία του μυστηρίου αναπτύσσεται σέ 14 βήματα. Υπάρχουν βηματισμοί, και όταν θα έρθουμε σ’ αυτή την ανάλυση θα φανεί από το περιεχόμενο πώς αναπτύσσονται αυτές οι κλίμακες.



1.         Έναρξη.
Ή έναρξη της Λειτουργίας ξεκινάει με το Ευλογημένη ή βασιλεία τον Πατρός και του Υιού και τού Αγίου Πνεύματος. Δηλαδή με το πού ξεκινάμε εξαγγέλλεται ή προοπτική του εκκλησιαστικού σώματος ως παρουσία, συγκεκριμένη παρουσία. Ή παρουσία αυτή έχει να κάνει με το έσχατο πού το κάνουμε παρόν. Ή έκφραση «ή Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος» είναι έκφραση πού αναφέρεται στην έσχατη κατάσταση της ιστορίας, σ’ αυτό πού συνηθίζουμε να λέμε Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, όταν όλα θα συμφιλιωθούν και ό Κύριος θα είναι ανάμεσα μας. Αυτή ή Βασιλεία πραγματοποιείται, ή τουλάχιστον υπάρχει πρόθεση να πραγματοποιηθεί μέσα στη θεία Λειτουργία, γι’ αυτό και εξαγγέλλεται ως το έσχατον εντός της ιστορίας το έσχατον γίνεται παρόν. Είναι απόλυτα νομίζω εμφανής ό εσχατολογικός χαρακτήρας πού έχει ή θεία Λειτουργία, κατά το β' βέβαια μέρος της, άλλα ξεκινάει από το α': ψηλαφούμε την ιστορία, ανάγουμε την ιστορία στον Θεό και ξαναπαίρνουμε την ιστορία ως Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και τού Αγίου Πνεύματος.




2.        Ειρηνικά.
Αμέσως μετά ακολουθεί μια σειρά «αιτήσεων», πού τα ονομάζουμε «ειρηνικά», γιατί χρησιμοποιούν τη λέξη «ειρήνη». Ήδη από τούς προφήτες, το θέμα της ειρήνης παίρνει ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο, μάλιστα ό Ιεζεκιήλ θα δώσει έναν χαρακτήρα και θα διαχωρίσει την ειρήνη πού επιδιώκει ό άνθρωπος από την ειρήνη πού φέρνει ό Θεός. Ό Χριστός θα χρησιμοποιήσει δύο φορές στα Ευαγγέλια αυτή την αναφορά τού προφήτη Ιεζεκιήλ και θα υπογραμμίσει ότι φέρνει μια ειρήνη (και είναι γνωστός ό συχνός χαιρετισμός «ειρήνη υμίν»), όχι όμως την ειρήνη πού μας δίνει ό κόσμος, ου καθώς ό κόσμος διδωσι υμίν, αλλά μια άλλη  ειρήνη, τη δική του ειρήνη. Μπορεί έκ πρώτης οψεως να μην φαίνεται ότι τα «Ειρηνικά» αναφέρονται σέ τέτοια ειρήνη, αλλά, όπως θα δούμε στο οικείο μέρος, το αιτούμενο είναι ή ιστορία να ζει εν ειρήνη. Επομένως τα ειρηνικά αναφέρονται στη λεγόμενη στρατευόμενη Εκκλησία, δηλαδή τα ζώντα μέλη της ιστορίας πού αποτελούμε την ορατή ιστορία της, και ή οποία στρατευόμενη Εκκλησία οδεύει προς τη θριαμβεύουσα Εκκλησία, προς την Εκκλησία της αγιότητας.



3.        Αντίφωνα.
Μαζί με τα ειρηνικά και με τις λεγάμενες μικρές συναπτές (μικρές δεήσεις) παρεμβάλλονται τρεις ψαλτικές ομάδες, τα «αντίφωνα», τα όποια έρχονται από πολύ παλιά. Έχουν ως βάση τούς ψαλμούς και είναι μια δοξολογία για τη δημιουργία στην οποίαν ανήκουμε και την όποια καλούμαστε να διαχειριστούμε. Οι ευχές των μικρών συναπτών προσπαθούν να μάς συνδέσουν με δύο στοιχεία πού είναι ουσιώδη στην ορθόδοξη παράδοση: α) το βιβλικό υπόβαθρο, και β) το ιστορικό υπόβαθρο.




4.        Μικρά είσοδος.
Αμέσως μετά ακολουθεί ή «μικρά είσοδος». Τί είναι ή μικρά είσοδος; Είμαστε στο α' μέρος πού λέγεται Λειτουργία τού λόγου, στο διδακτικό μέρος, επομένως προβάλλεται το θεμέλιο αυτής της διδαχής, υψώνεται το Ευαγγέλιο. Το Ευαγγέλιο παλαιότερα φυλασσόταν σέ ένα σκευοφυλάκιο στην είσοδο τού ναού. Από εκεί λοιπόν το έπαιρναν και με πομπή το έφερναν στο μέσον της Εκκλησίας. Σήμερα το Ευαγγέλιο είναι τοποθετημένο πάνω στην αγία Τράπεζα και ή είσοδος ξεκινάει από εκεί, διέρχεται διά τού ναού, υψώνεται στο κέντρο του και καταλήγει στην αγία Τράπεζα. Δηλαδή με την είσοδο έχουμε την είσοδο τού Λόγου στον κόσμο της άλογίας. Ό Υιός ως Λόγος έρχεται στην ιστορία, αλλά έρχεται υποστατικός, ένυποστασιάζεται ό Λόγος, γίνεται άνθρωπος ό Λόγος. Όταν λοιπόν εξαγγέλλει ό ιερέας «Σοφία», υψώνοντας το Ευαγγέλιο, δεν εννοεί μόνον ότι τα λόγια πού περιέχουν τα Ευαγγέλια είναι σοφά, αλλά κυρίως ότι το περιεχόμενο της διδασκαλίας της Εκκλησίας έχει ως βάση τον Υιό και Λόγο τού Θεού, ό όποιος είναι ή ένυπόστατη Σοφία.



5.        Τρισάγιος ύμνος.
Ό «τρισάγιος ύμνος » είναι και αυτός παλαιότατος ύμνος. Άπαντα ήδη στην Παλαιά Διαθήκη, στο όραμα του Ησαΐα, και δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αναγωγή των διασκορπισμένων, πού είμαστε όλοι μας, σέ μια συγκεκριμένη ενότητα διά του έργου της δοξολογίας. Όλοι μαζί δοξολογούμε κατά τον ίδιο τρόπο τον Θεό, όπως, σύμφωνα με το όραμα, όλος ό πνευματικός κόσμος, οι άγγελοι, δοξολογούν τον Θεό με μια φωνή. Αυτή ή μια φωνή είναι πού επιζητείται, αν θα μπορούσαμε ποτέ να φύγουμε από την πολυγλωσσία πού μας περιγράφει ό μύθος της Βαβέλ και να πάμε σέ μια ενότητα πού μάς περιγράφει το περιστατικό της Πεντηκοστής.



6.        Αναγνώσματα.
Αμέσως μετά ακολουθούν τα Αναγνώσματα. Τα αναγνώσματα είχαν μια εξέλιξη μέσα στον χρόνο. Παλαιότερα, μέχρι και τον 4ο αι., υπήρχε και προφητικό ανάγνωσμα. Στο προφητικό ανάγνωσμα διαβάζονταν αποσπάσματα πού είχαν ιστορικές και εσχατολογικές αναφορές, μιλούσαν για τη σωτηρία πού θα έρθει, για τον Μεσσία πού περιμένουμε. Υπήρχαν δύο περικοπές από το Ευαγγέλιο και δύο περικοπές από τις Επιστολές τού Αποστόλου Παύλου και από τις Πράξεις των Αποστόλων. Ή μία περικοπή αναφερόταν στην εορτή της ημέρας ή στη μνήμη του εορταζόμενου Αγίου, και ή άλλη αναφερόταν στη σειρά ενός ένιαύσιου κύκλου, όπου κάθε Κυριακή αποτελούσε συνέχεια της προηγούμενης, π.χ. Α' Κυριακή τού Ματθαίου, ή του Λουκά, ή του Μάρκου, Β', Γ' κλπ. Σήμερα διαβάζουμε ένα ευαγγελικό και ένα αποστολικό ανάγνωσμα.


 Ό χαρακτήρας αυτών των αναγνωσμάτων είναι εικονολογικός, παραπέμπει δηλαδή σέ μια πραγματικότητα πού δεν είναι εύκολο να την ψηλαφήσουμε αλλά μόνο να την νοήσουμε. Και είναι εικονολογικός αυτός ο χαρακτήρας των αναγνωσμάτων, γιατί ή Εκκλησία επιδιώκει να δικαιώσει την ιστορία. Εάν ή ιστορία έχει στόχο και τέλος, είναι δικαιωμένη. Εάν δεν έχει στόχο και τέλος, μένουμε σ’ αυτήν την αρχαία αντίληψη της έπανακυκλούμενης αιώνιας οδοιπορίας, ή οποία ούτε τέλος έχει, ούτε αρχή τελικά, και εικονίζεται με έναν ουροφόρο όφη. Να το πω αλλιώς: έχουν οριστεί, από πολύ παλιά, 52 αναγνώσματα για τις 52 Κυριακές του έτους. Μια ενδογενής ποικιλία, λόγω μεγάλων δεσποτικών εορτών και λόγω των κινητών εορτών του πασχαλίου κύκλου πού μετακινείται νωρίτερα ή αργότερα, ανατρέπει κάπως τη σειρά των αναγνωσμάτων, αλλά κατά βάση μένει σταθερή. 


Τα 52 αυτά αναγνώσματα, τα ευαγγελικά, είτε μάς περιγράφουν ένα θαύμα τού Χριστού, είτε μάς περιγράφουν μια πράξη πού έγινε, είτε μάς περιγράφουν μια ιστορία πού λέει ό ίδιος, όπως π.χ. ή παραβολή. Και τα 52 αναφέρονται στη Βασιλεία του Θεού πού θα πραγματοποιηθεί στους έσχατους καιρούς. Όταν περιγράφεται ή θεραπεία ενός τυφλού, δεν περιγράφεται ένα θαύμα πού κάποιος θαυματοποιός πραγματοποίησε κάποτε και θεράπευσε έναν τυφλό, αλλά περιγράφεται κατάσταση. Όλοι οι άνθρωποι θα είναι θεραπευμένοι, θα βλέπουν αυτό πού είναι ή αλήθεια. Για να συμβεί αυτό χρειάζεται συνάντηση με τον Χριστό. Το ίδιο με τη θεραπεία ενός χωλού, διά της οποίας εικονίζεται ό τρόπος οδοιπορίας στη Βασιλεία τού Θεού. Είτε λοιπόν ή παραβολή, είτε το θαύμα, είτε ή πράξη, όλα παραπέμπουν στη Βασιλεία τού Θεού.


7.         Κήρυγμα.
Το κήρυγμα δεν είναι ομιλία. Το κήρυγμα είναι συνδεδεμένο με το ανάγνωσμα, είτε το αποστολικό, είτε το ευαγγελικό. Δεν είναι ανάπτυξη θεολογική. Δηλαδή το κήρυγμα είναι ένας διάλογος τού ανθρωπίνου λόγου με τον επιφανέντα Λόγο τού Θεού. Το κήρυγμα το κάνει άνθρωπος, ό ιερέας. Ό λόγος του είναι σύντομος, και δι’ αυτού προσπαθεί να εναρμονιστεί με το μήνυμα περί της Βασιλείας πού αναδεικνύεται από τα αναγνώσματα, φανερώνοντας το θέλημα και τον λόγο τού Θεού.


8.        Εκτενής.
Σειρά μικρών δεήσεων, πού συνδέει τα αισθητά προς τα νοητά, τα όποια θα φανερωθούν αμέσως μετά ως πραγματικότητα. Δηλαδή ή Εκτενής είναι ένας σύνδεσμος ανάμεσα στο α' μέρος της Λειτουργίας και στο β' μέρος πού έρχεται. Οι κατηχούμενοι θα υποψιαστούν ότι κάτι έρχεται με την Εκτενή, αλλά δεν θα το ζήσουν. Οι πιστοί θα αρχίσουν να προετοιμάζονται για αυτό πού έρχεται. Αυτό πού έρχεται μόνον νοητώς βιώνεται, δεν μπορεί να βιωθεί αισθητώς, παρόλο πού οι αισθήσεις  παίρνουν μέρος και είναι σημαντική ή παρουσία τους. Ή Εκτενής είναι μια σύνδεση προς τα νοητά πού θα φανερωθούν αμέσως μετά ως πραγματικότητα.


9.        Δεήσεις υπέρ των κατηχουμένων.
Το τμήμα αυτό συνήθως παραλείπεται, με τη δικαιολογία ότι σήμερα δεν υπάρχει τάξη κατηχουμένων, όπως κατά τούς πρώτους αιώνες, πριν επικρατήσει ό νηπιοβαπτισμός




Η Λειτουργία του Μυστηρίου


1.         Δεήσεις υπέρ των πιστών.

Έχουμε μιλήσει για τις βιοτικές μέριμνες προηγουμένως σέ άλλες δεήσεις. ’Εδώ οι δεήσεις είναι πιο εσωτερικές, πιο πνευματικές. Π.χ. ή δέηση για τα χριστιανά τέλη είναι συγκεκριμένη δέηση, αλλά δεν έχει να κάνει με τις βιοτικές ανάγκες, π.χ. με την οδοιπορία ενός ανθρώπου, με τον πλου ενός πλοίου, με την ευκαρπία της γης, να είναι ή σοδειά καλή κλπ. Πάμε σέ άλλη σφαίρα ας την ονομάσουμε προς το παρόν, ανώτερη σφαίρα αιτήσεων.
Και αμέσως μετά, για να δηλώσουμε ότι είμαστε υποψιασμένοι για αυτό πού αρχίζει να γίνεται, εξαγγέλλουμε και μια εγκατάλειψη των βιοτικών μας μεριμνών. Εφόσον πάμε σέ μια ανώτερη σφαίρα (για τα βιοτικά μιλήσαμε στο α' μέρος), τώρα παραδιδόμαστε, αυτή είναι ή κατάλληλη λέξη, στην επιφάνεια τού Λόγου.

2.         Χερουβικός  ύμνος.
Πρόκειται για εξαγγελία αυτής της παράδοσης. Κατάθεση μιας πρώτης εμπειρίας και εξαγγελία της προαιρέσεως. Καταθέτουμε την εμπειρία πού έχουμε αποκτήσει ήδη με το βάπτισμά μας, ότι εξεικονίζουμε μέσα στην ιστορία τον χορό των Αγγέλων, έχουμε κληθεί να γίνουμε αυτοί πού αγγέλλουν συνέχεια το θέλημα του Θεού, και συγχρόνως καταγγέλλουμε τη θέλησή μας, την προαίρεσή μας, ότι αυτό το θέλουμε. Συγχρόνως έχουμε μια προσφορά της δημιουργίας στον Θεό από τούς πιστούς, οι όποιοι απαρχής έχουν κληθεί να ανυψώσουν αυτή τη δημιουργία σέ Βασιλεία του Θεού.



 3.        Μεγάλη Είσοδος.
Αυτή ή μεγάλη Είσοδος ξεκινάει από την ιερά Πρόθεση, δηλαδή μια μικρή κόγχη ή μια μικρή Τράπεζα πού υπάρχει στο βόρειο τμήμα του ιερού, από όπου ό ιερέας παραλαμβάνει τα δώρα και τα φέρνει στην αγία Τράπεζα, εκεί πού θα γίνει ή θυσία. Παλαιότερα δεν γινόταν έτσι. Παλαιότερα υπήρχε ένα τραπέζι, ή λεγομένη Τράπεζα των προθέσεων, στην είσοδο του ναού, στον νάρθηκα. Εκεί κάθε πιστός έφερνε και έναπέθετε το δώρο του, το ψωμί του ή το κρασί του ή και τα δύο. Ό ιερέας πήγαινε στην τράπεζα των προθέσεων, έκανε την ευλογία, ή οποία σήμερα έχει μετατραπεί στη λεγόμενη «Προσκομιδή», έπαιρνε έναν από τούς άρτους και έπαιρνε και ένα μικρό δοχείο από το κρασί πού υπήρχε, και αυτά τα δύο τα έφερνε με λειτουργική πομπή και τα απέθετε στην αγία Τράπεζα. Σήμερα δεν γίνεται έτσι. Ή προσκομιδή γίνεται μυστικώς από τον ιερέα, δεν την παρακολουθούμε εμείς. Σήμερα τα δώρα, το ψωμί και το κρασί, τα προσφέρουμε στον ιερέα πού βρίσκεται στο ιερό βήμα, και από αυτά πάλι ό ιερέας διαλέγει έναν άρτο και μ’ αυτόν θα κάνει την προσκομιδή.

Ή μεγάλη Είσοδος, μπορούμε να πούμε, τουλάχιστον έτσι έχει θεολογηθεί από αρκετούς Πατέρες, ότι εικονίζει την αρχή της β' Παρουσίας. Είμαστε στο τρίτο βήμα και ήδη μπαίνουμε σιγά σιγά στα πιο ιερά της ιστορίας και της Βασιλείας. Γιατί ή μεγάλη Είσοδος εμπεριέχει τη Σταύρωση, την Ταφή, την Ανάσταση, και έκ της Αναλήψεως την είσοδο τού Χριστού στη Βασιλεία τού Πατρός, και την έπανείσοδό του ξανά μέσα στην ιστορία. Επομένως είναι ή αρχή της β' Παρουσίας.



4.         Αιτήσεις και Πληρωτικά.

Τα Πληρωτικά είναι συνδεδεμένα με τα έσχατα ως παρόντα. Ξεκινάει ή β' Παρουσία, την οποία, ενώ ξέρουμε ότι είναι των εσχάτων καιρών, αρχίζουμε να την κάνουμε παρούσα. Είμαστε τώρα στη Βασιλεία του Θεού - μπορεί να μην είμαστε στην καρδιά της, δεν έχουμε ενωθεί ακόμη με τον Χριστό, αλλά είμαστε στη Βασιλεία του Θεού. Το πρώτο στοιχείο πού πρέπει να φανερώσουμε είναι ή σχέση μας. Είμαστε τα διασκορπισμένα μέλη της δημιουργίας ή είμαστε τα μέλη τού σώματος του Χριστού; Αν είμαστε τα μέλη του σώματος του Χριστού, μεταξύ μας
μόνο Αγάπη υπάρχει, ή οποία φανερώνεται με τον κοινό ασπασμό. Παλαιότερα ό κοινός αυτός ασπασμός γινόταν πράγματι μεταξύ των πιστών. Σήμερα ό ασπασμός γίνεται μεταξύ των ίερουργούντων κληρικών όντος του Αγίου βήματος.

5.         Σύμβολο της Πίστεως.
Αμέσως μετά τον ασπασμό εξαγγέλλεται το Σύμβολο της Πίστεως, το όποιο δεν υπήρχε στα αρχαία κείμενα της Λειτουργίας. Εμφανίζεται μετά τον 9ο αι. και επικρατεί ολοκληρωτικά μετά το Σχίσμα των Εκκλησιών. Το λέω αυτό για να δικαιολογήσω γιατί στη θεία Λειτουργία υπάρχει ένα κείμενο σέ α' ενικό πρόσωπο. Κανένα άλλο κείμενο δεν υπάρχει σέ α' ενικό πρόσωπο, πλην της μυστικής ευχής του ιερέα πού αφορά τον εαυτό του και διά του οποίου παρακαλεί να τον ίκανώσει ό θεός να ιερουργήσει παρά τις αμαρτίες πού φέρει. Είναι μια μυστική ευχή πού αφορά μόνο τον ιερέα. Όλα τα άλλα κείμενα είναι σέ πληθυντικό αριθμό.



6.         Αγία Αναφορά.



Ή αγία Αναφορά είναι ένα εκτεταμένο κείμενο, έχει δικά του εσωτερικά μέρη, τα όποια μπορούμε να τα διακρίνουμε: α) Πρώτα πρώτα ξεκινάμε με έναν επινίκιο ύμνο, εφόσον μέσα στη Βασιλεία είμαστε ενθουσιασμένοι από αυτή την κατάσταση και υμνούμε σαν να έχουμε δώσει τη μάχη και να έχουμε νικήσει, β) Είναι ή Αναφορά- αναφέρουμε τα δώρα στον Πατέρα, γ) Είναι ή Επίκληση• ζητάμε να αγιαστούν αυτά τα δώρα, και δ) είναι ό Καθαγιασμός των δώρων. Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στον ιστορικό χρόνο, αλλά αφορούν τον σύμπαντα αιώνα. Στον σύμπαντα αιώνα περιλαμβανόμαστε εμείς, οι ζώντες, αλλά περιλαμβάνονται και όλοι οι κεκοιμημένοι. 




Τούς κεκοιμημένους τούς διαιρούμε σέ τάξεις. Μιλάμε για την κυρία Θεοτόκο, μιλάμε για τούς προφήτες, μιλάμε για τούς μάρτυρες, για τούς οσίους, για τον κλήρο, για τον λαό. Για όλους τελικά μιλάμε, αλλά θέλουμε να δείξουμε ότι υπάρχουν διακονήματα. Υπάρχουν δρόμοι πού συγκλίνουν. Αυτό φαίνεται από τα Δίπτυχα. Τα Δίπτυχα είναι μια καταληκτήρια ευχή όλης της αγίας Αναφοράς, πού θέλει να δείξει ότι αυτή ή θυσία δεν γίνεται μόνο για μάς, αλλά γίνεται για τούς πάντες. Γίνεται και για τούς νεκρούς μας, για τούς από αιώνων νεκρούς, γίνεται και για όλους τους ανθρώπους, για όλη δηλαδή τη δημιουργία. Σ’ αυτά τα Δίπτυχα φαίνεται ότι αποδεχόμαστε την πρώτη κλήση πού μιας έγινε, να διαχειριζόμαστε τη δημιουργία. Τα Δίπτυχα ξεκινούν πρώτα με το όνομα του επισκόπου, σέ ποιανού το όνομα έγινε αυτή ή Λειτουργία. Ή αναφορά αυτή στον επίσκοπο δεν έχει τιμητικό χαρακτήρα- είναι ουσιαστικό να ξέρουμε ότι είμαστε κοινότητα πού είναι σέ κοινωνία με όλες τις ορθόδοξες κοινότητες, και έχουμε κανονικό πρόεδρο, δηλαδή σύμφωνα με τούς κανόνες.


7.         Μικρή Εκτενής.
Πρόκειται για μια μικρή εκτενή πού υπάρχει πριν από το «Πάτερ ημών», ή οποία είναι πολύ νεώτερη, δεν υπήρχε στη λειτουργική μας παράδοση, δεν υπήρχε και λόγος να υπάρχει, και μάλιστα το περιεχόμενο αυτής της εκτενούς δεν φαίνεται να συνάδει με αυτό πού βιώσαμε στην αγία Αναφορά.

8.         Κυριακή προσευχή.
Πρόκειται για τη γνωστή προσευχή «Πάτερ ημών» πού δίδαξε ό Κύριος, γι’ αυτό και ονομάζεται Κυριακή, δηλαδή του Κυρίου. Την καταθέτουμε γιατί πρόκειται να κοινωνήσουμε σώμα και αίμα Χριστού. Το «Πάτερ ημών» είναι ή προσευχή πού δηλώνει αυτή την πράξη. Όταν αναφέρεται σέ «άρτον έπιούσιον», αναφέρεται σέ θεία κοινωνία, δεν αναφέρεται σέ βιοτικές μέριμνες. Γι’ αυτό και είναι πάντα συνδεδεμένη αυτή ή προσευχή με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Και μάλιστα εξαγγέλλει την αγία Τριάδα στους πρώτους στίχους της, και επομένως ή Κυριακή προσευχή είναι ή διά της Τριάδος μετοχή μας στην αιώνιο ζωή.

9.         Κεφαλοκλισία.
Ή κεφαλοκλισία δείχνει την απόλυτη διά της προαιρέσεως παράδοσή μας σ’ αυτό πού συνέβη και πού περιμένουμε να γίνει δικό μας. Απόλυτη παράδοση.

10.       Προετοιμασία για τη θεία Κοινωνία.
Γίνεται πάνω στην αγία Τράπεζα. Εμείς δεν την βλέπουμε, γιατί ό ιερέας είναι στραμμένος προς την Ανατολή με τα νώτα του προς εμάς,
άλλα ξέρουμε τί συμβαίνει στην αγία Τράπεζα: Υψώνονται τα αγιασμένα δώρα προς τον Πατέρα, γίνεται ό μελισμός, δηλαδή ό τεμαχισμός του άρτου σέ μικρές μερίδες, και γίνεται και ή ένωση του άρτου με τον οίνο, μέσα στο ιερό Ποτήριο τοποθετείται ό άρτος.

11.       Μετάληψη.
Ονομάζεται και Κοινωνία, με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης: κοινωνία μελών - ενωνόμαστε και μεταξύ μας, γινόμαστε μέλη, κατά μυστικό τρόπο, μέσα στη σιγή, γινόμαστε μέλη ενός σώματος.


12.       Ευχαριστία.
Έχουμε ενωθεί και ευχαριστούμε τον Θεό για αυτό το δώρο πού μας έστειλε.


13.       ’Οπισθάμβωνος ευχή.
Είναι ευχή προς τον Πατέρα, όχι προς τον Υιό. Τον Πατέρα δοξολογούμε και ευχαριστούμε και παρακαλούμε. Κατά έναν παράδοξο τρόπο, ξεχνάμε συνήθως ότι όλη ή θεία Λειτουργία είναι μια προσευχή προς τον Πατέρα. Νομίζουμε πώς προσευχόμαστε στον Υιό, γι’ αυτό και βλέπετε τούς ιερείς να στρέφονται στην εικόνα του Χριστού. Ενώ ή Οπισθάμβωνος ευχή γινόταν στο κέντρο του ναού, πίσω από τον άμβωνα.


14.       Απόλυση.
Στη λειτουργία του άγιου Ιακώβου ή απόλυση είναι ευδιάκριτος, «άπολύεσθε εν ειρήνη». Το «Δι’ ευχών» δεν περιέχει καμία λέξη πού να αναφέρεται σέ απόλυση, το «Δι’ ευχών» είναι μετέωρη φράση, εντελώς μετέωρη, αφήνει ανοιχτό τα πάντα. Με το 
«Δι’ ευχών» ανοιγόμαστε πλέον στο μέλλον. Φεύγουμε από τον ναό να κάνουμε τί; Αυτό πού κλήθηκαν να κάνουν οι τρεις απόστολοι όταν έφυγαν από την κορυφή του ορούς Θαβώρ. Έζησαν κάτι αλλά δεν έμειναν εκεί. Κατέβηκαν και το έφεραν μέσα στην ιστορία. Ή λειτουργία συνεχίζεται και μετά το «Δι’ ευχών», συνεχίζεται στον οίκο μας, στη γειτονιά μας, στην πατρίδα μας, στον κόσμο όλο, στην οικουμένη.
’Εάν κάτι συνέβη στη θεία Λειτουργία, αυτό πρέπει να φανερωθεί και στην ιστορία. Ή αδυναμία μας δεν μάς το επιτρέπει. Ζήσαμε κάτι και λαχταρούμε να το ξαναζήσουμε, μήπως κάνουμε ένα βήμα παραπάνω,  και έτσι με λαχτάρα πάμε την επόμενη Κυριακή. Ή διαφορά ανάμεσα στις δύο Κυριακές είναι ο ενθουσιασμός για αυτό πού ζήσαμε και ή λαχτάρα για αυτό πού έρχεται.




Πηγή: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ. ΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΑΝ,  ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΟΜΟΣ.http://apantaortodoxias.blogspot.gr/