1/12/2019, Πορεία προς την "όλβιον" φάτνην, του Θεόδωρου Μαραγκού


Πορεία προς την «όλβιον» φατνην

Με χειραγωγούς τους Ιερούς «Υμνοπλόκους»


«Οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι Θείοι Πατέρες», εκτός από το λειτουργι­κό κύκλο του νυχθημέρου, τον εβδομα­διαίο και τον ετήσιο, προς ορθή εν Αγίω Πνεύματι, βίωση της «λογικής λατρείας» από το άγιον έθνος του Λαού του Θεού ,καθώρισαν και άλλους λειτουργικούς κύκλους.
Ο πληρέστερος απ' αυτούς είναι εκείνος του κατανυκτικού Τριωδίου, κατά τον οποίο μας ποδηγετούν βήμα - βήμα στην οδό της νήψεως και μετανοίας, μέχρι την Πασχάλιο νύκτα της λαμπροφόρου Ανα­στάσεως.
Ο επόμενος, από άποψη νοήματος και ποσότητας ημερών, είναι αυτός των 40 ημερών προ «της Μητροπόλεως των Εορ­τών» (Άγ. Ίω. Χρυσόστομος), δηλ. της κατά σάρκα Γεννήσεως του Θεοΰ Λόγου. Η εορτή της Χρίστου Γέννας, καθιερω­θείσα αργότερα από εκείνη του Πάσχα, έχει πολλά κοινά προεόρτια ύμνογραφικά στοιχεία μέ την τελευταία.
Έδώ ιχνηλατώντας ταπεινά τους Ιε­ρούς Υμνογράφους της προεόρτιας περιό­δου των Χριστουγέννων, θά προσπαθή­σουμε, «εί καί αναξίως», νά υπομνήσουμε «εις εαυτούς καί αλλήλους» την τεσσαρακονθήμερη πορεία προς το θεοδέγμον Σπήλαιο.
Η εκκίνηση αυτής της ιεραποδημίας ευρίσκεται στις 15 Νοεμβρίου,την επομέ­νη δηλ. της εορτής του Αποστ. Φιλίππου, οπότε «ελήλυθεν η νηστεία η μήτηρ της σωφροσύνης και κατήγορος της αμαρ­τίας» (Τριώδιο, Απόστιχα Δευτ., Α' έβδ.).
Τό ουσιαστικό όμως, εγερτήριο προα­νάκρουσμα το συναντούμε στη Θεομητο­ρική Εορτή της Εισόδου εις τα Άγια των Αγίων της Κυρίας Θεοτόκου, η οποία κα­τέχει «τά δευτερεια της Θεότητος» (Αγ. Νικόδημος Αγιορείτης). Την ημέρα αυτή ηχεί χαρμόσυνα, μεγαλόπρεπα και γλυκύφθογγα το «Χριστός γεννάται δοξάσατε. Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε...» (ειρ­μός α' ωδής, πεζου κανον. Χριστουγ.).
Σ' αυτό το αγγελικό άκουσμα κάθε ευκατάνυκτη καρδιά πάλλεται χερουβικά καί υπερκόσμια, αφού «ο ερχόμενος ήξει και ου χρονιεί!» (Έβρ. 10,37).
Οι καταβασίες αυτές του Αγ. Κοσμά Μαϊουμά, ψέλνονται μέχρι τα Χριστούγεν­να και δίνουν όλως ιδιαίτερο λατρευτικό στίγμα αναμονής. Αναμονή, η οποία λα­μπρύνεται αγωνιωδώς με την εναρμόνια συγχορδία του Άγ. Ιωσήφ του Υμνογρά­φου : «Η Παρθένος σήμερον τον Προαιώνιον Λόγον εν Σπηλαίω έρχεται αποτεκείν...» (Κοντάκιο, Κ’ Δεκ.).
Στην εορτή του Αποστ. Ανδρέα του Πρωτόκλητου συνεχίζονται οι λειτουργικές προαγγελίες. Εδώ ο Ιερός υμνηπόλος κα­λεί μεγαλοφωνότατα τον μεσσιανικό Προ­φήτη να προσέλθει ως κορυφαίος του Βηθλεεμικού χορού, ενώ σε λίγο καταφθά­νουν «οι αστεροσκόποι εξ' Εώας». «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν...» (Ήσ. 7, 14). Τοιουτοτρόπως «Ησαΐα χόρευε Λόγου Θεού υπόδεξαι... Βηθλεέμ ευτρεπίζου... και Μάγοι πορεύεσθε...» (Μηναίο, Έσπερ. λ' Νοεμβρ.), (το εξής τη λέξη «Μηναίο» παραλείπουμε ως εννοούμενη).
Όμως αύτη την καρδιοστάλαχτη χαρ­μόσυνη εμποδίζουν οι ορθολογιστικοί «Γα-βαωνικοί» λογισμοί: «Ιωσήφ είπε ήμιν πώς εκ των Αγίων, ήν παρέλαβες Κόρην έγκυον φέρεις εν Βηθλεέμ;». Η απάντηση δεν αφήνει περιθώρια αμαρτωλού ρεμβα­σμού : «εγώ φησίν, τους Προφήτας ενερευνήσας και χρηματισθείς υπό αγγέλου πέπεισμαι, ότι Θεόν γεννήσει η Μαρία ανερμηνεύτως...»(οπ. παρ.) Ο Εχθρός πάντο­τε πολεμά. Η έλλογη ταπείνωση σώζει.
Συνεχίζοντας Ιερουμνογραφικά το δρόμο μας φθάνουμε στα θυρανοίξια του Δεκεμβρίου, όπου «ίστανται» εμπρός μας «ορώντες», τρεις Θεηγόροι Προφήτες, όχι τυχαία βεβαία: Ναούμ. Αββακούμ, Σοφονίας. Απ' αυτούς «επί της θείας ιστάμενης φυλακής ο σεβάσμιος Αββακούμ ακήκοε το μυστήριον της προς ημάς παρουσίας σου Χριστέ ο Θεός...». (Εσπ., β' Δεκ.).
Παλεύοντας στο ταξίδι μας με την κυ­μαινόμενη θάλασσα των βιοτικών μερί­μνων, του εγωισμού, της φιληδονίας και των λοιπών παθών μας, καταφεύγουμε στο απάνεμο λιμάνι της εορτής του Αγίου Νικολάου, του προστάτη των χειμαζομένων. Αφού μας αναπαύσει ο Άγιος, χοροβατεί μαζί μας ψάλλοντας θεοπρεπώς: «Σπήλαιον ευτρεπίζου η Αμνάς γαρ ήκει. έγκυον φέρουσα Χριστόν. Φάτνη δε υποδέχου... Ποιμένες αγραυλούντες μαρτυ­ρείτε θαύμα το φρικτόν...» (Εσπ. στ' Δεκ.).
Η «Προσδοκία των Εθνών» και δική μας προσδοκία εντείνεται καθώς αντικρύζουμε εορτολογικά την Σύλληψη της Θεο­τόκου από την θεοπρομήτορα Άννα, «εν τοις λαγόσι (της οποίας) το απ' αιώνος χρησμοδοτούμενον μυστήριον βρεφουρ-γείται...» (Εσπ., Θ' Δεκ.).
Κάνοντας γοργά εκκλησιαστικά βήματα και συγκαλώντας «πληθύν» εορταζόντων αγίων, κυρίως Μαρτύρων, συναντούμε χοροστασίες άλλων οδοιπόρων προς το ουρανομίμητο Σπήλαιο, Νώε, Σαμουήλ, Βαράκ, Σαμψών, Ιαφθάε, Νάθαν, Ελεά­ζαρ και ιδιαιτέρως Δανιήλ και τους τρεις Παίδες. Αλλά και Ιουδήθ, Δεβώρα, Ολδά, Εσθήρ, Σάρρα, Ραχήλ, Ρεβέκκα, Ρούθ (όρθρος Κυρ. Αγ. Προπατόρων), αλλά και όλους τούς «προ Νόμου και μετά Νόμου» Αγίους Προπάτορες. Τους ιδίους με τη με­γαλύτερη ανάλυση και τάξη - γενναιολογικά - τιμούμε και την «Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως», όπως οι Ευαγγελι­στές Ματθαίος και Λουκάς κατέγραψαν, αντικρούοντας τους μη δεχόμενους την ανθρώπινη φύση του Σαρκωθέντα Εμμα­νουήλ.
«Άρον σου την φωνήν αληθώς Θεού Σιών η θεία πόλις και κήρυξον, Πατέρων την Θείαν μνήμην συν Αβραάμ, Ισαάκ, Ια­κώβ τιμώσα...», αφού αυτοί είναι «τών νομικών διδαγμάτων ο σύλλογος (ος) την εν σαρκί εμφανίζει του Χριστού Θείαν Γέννησιν...» (όρθρος Κυρ. πρ. Χριστουγ.).
Η ένθεη υπομονή μας βαίνει στο τέλος της. Η πορεία στην «όλβιο Φάτνη» είναι μικρή. 20 Δεκεμβρίου. Επίσημα πλέον προεόρτια και ανοίγεται απέραντος υμνογραφικός ωκεανός. Λειμώνας πανεύοσμος και ατελεύτητος. Η ανθολογία ελαχίστων ανθέων είναι δυσεπίτευκτη. Τί απ' όλα να διαλέξουμε; Τα στιχηρά, Καθίσματα, Ιδιόμελα, Κανόνες ή τα ψαλλόμενα «Εν τοις Απόδειπνο ις Τριώδια »του Άγ. Συμε­ών του Μεταφραστού κατ' απομίμηση των παρομοίων τής Μ. Εβδομάδας; Πάντως «Προεορτάσωμεν λαοί Χριστού τα Γενέθλια και επάραντες τον νουν επί την Βηθλεέμ αναχθώμεν τη διάνοια...» (Εσπ. κ' Δεκ.) «Υπόδεξαι Βηθλεέμ την του Θεού Μητρόπολιν, φως γαρ το άδυτον επί σε γεννήσαι ήκει» (οπ. παρ.). Αλλά και ο ρωμαλεότατος Ρωμανός ο Μελωδός στα κατ' άλφάβητον στιχηρά του, ευρίσκεται σε θεία έκσταση και «υφαίνει ύμνους συντόνωςτεθηγμένους...» (όρθρος Δεκ.).
«Αι αγγελικαί προπορεύεσθε δυνάμεις, οι εν Βηθλεέμ ετοιμάσατε την Φάτνην... δέχου ασπασμόν ή Εκκλησία...» (οπ. παρ.).
Επί τέλους. Παραμονή Χριστουγέννων. Ο προεόρτιος και εόρτιος Αίνος κορυφώνεται. Κι εδώ η φιλοκαλία ύμνων δύσκολη, έστω και από τα θεσπέσια Ιδιόμελα των Μεγ. Ωρών του Αγ. Σωφρονίου Ιεροσολύμων, ο όποιος σ' ένα σημείο φωτίζει την αγωνία του Ιωσήφ. «Τάδε λέγει Ιωσήφ προς την Παρθένον, Μαρία τί το δράμα τούτο;...» (Α' Ώρα) και την απάντηση: «...Λοιπόν απόθου φόβων άπαντα... Θεός κάτεισιν εν τη εμή μήτρα...» (Θ' Ώρα). Μετά τις Μ. Ώρες ακολουθεί ο Εσπερινός με επισυναπτόμενη την Θ. Λειτουργία του Μ. Βασιλείου. Μάλιστα τις τελευταίες αυτές ήμερες υμνολογούσαμε κλαθμυρίζοντας «...επέστη δε καιρός ο της γεννήσεως και τόπος ην ουδείς εν τω καταλύματι...» (Έσπ. κε' Δεκ.). για να φανεί έτσι ή διαχρονική τραγωδία τής ανθρωπότητας, η οποία «εν πολλοίς» και σήμερα ευρίσκεται «εν χώρα και σκιά θανάτου» (Ήσ. 9, 2). Όλοι μας δηλαδή δουλεύουμε στο σκότος της αγνωσίας και των παθών και χρειαζόμαστε φως και θάρρος για να ολοκληρώσουμε την πορεία μας, και αυτό έρχεται από το θεοφεγγές άστρο και το «πλήθος στρατιάς ουρανίου αίνούντων τον Θεόν και λεγόντων, δόξα εν ύψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη » (Λουκά ,2,13).
«Δεύτε ϊδωμεν πιστοί, πού έγεννήθη o Xριστός, άκολουθήσωμεν λοιπόν...» (Όρθρ. ΚΕ' Δεκ.) «Μεθ' ημών ό Θεός...» (Ήσ ,8,8). «Έπεσκέψατο ημάς εξ ύψους o Σωτήρ υμών...» (όρθρ. κε' Δεκ.). H χαρά μας ανέκφραστη και η γλυκύτης μας άνεκλάλητη. Τελικά άξιζε η πορεία και η πάλη ενάντια στον παλαιό δυσώδη εαυτό μας και η συνάντηση με τον κενωθέντα Λόγον στην χιλιοδοξασμένη Φάτνη, όπου «...η ρομφαία τα νώτα δίδωσι... καγώ του Παραδείσου της τρυφής μεταλαμβάνω, ου προεξεβλήθην δια της παρακοής» (Έσπ. κε' Δεκ). Όλοι μαζί λοιπόν «...αγαλλιασώμεθα τω Κυρίω το παρόν μυστήριον εκδιηγούμενοι... το μεσότειχον του φραγμού διαλέλυται...» (όπ. παρ.).
Συγκοινωνούς αυτής της ευφροσύνης καθιστούμεν, όχι μόνον όλους τους θεοειδείς αδελφούς μας, άλλά και ολόκληρη την «Θεόκτιστον κτίσιν». «...Ουρανοί άγα-λιάσθε, σκιρτήσατε τα όρη» (Όρθρος κε' Δεκ.). Χορευέτω τοίνυν πάσα κτίσις και σκιρτάτω (Εσπ. κε' Δεκ.). «Βουνοί γλυκασμόν σταλαξάτωσαν» (Όρθρ. Κ Δεκ.).
Την πανίερη αυτή στιγμή άναγνωρίζομεν ότι το «ξένον και παράδοξον Μυστή­ριον» (Όρθρος κε' Δεκ.), της εν Χριστώ οικονομίας επραγματοποιήθη χάρις στη συγκατάθεση της απείρανδρης Κόρης της Ναζαρέτ. Σ' αυτήν κατ' εξοχήν κρούομε τώρα ευχαριστήρια και ευγνώμονα «την κινύραν». «Δεύτε άνυμνήσωμεν την Μητέρα του Σωτήρος την μετά τόκον πάλιν οφθείσαν Παρθένον...» (οπ. παρ.). Άλλωστε προεορτίως της είχαμε ψάλει,· «Θημωνία άλωνος η ση κοιλία Πανάμωμε Θεοτόκε γνωρίζεται, στάχυν αγεώργητον, υπέρ νουν και λόγον φέρουσα αφράστως ον εν Σπηλαίω Βηθλεέμ αποκυήσεις την κτίσιν άπασαν, ταις Θείαις επιγνώσεσι, μέλλοντα θρέψειν εν χάριτι και λιμού το άνθρώπινον, ψυχοφθόρου λυτρώσασθαι» (Εσπ.,ΚΑ Δεκ.).
Όμως γενικώτερα σ' αυτή την θεοτίμητη συνάντηση του κενουμένου προσληπτικά ακτίστου με το προσλαμβανόμενο στο χώρο και το χρόνο της Ιστορίας κτιστό, πρέπει να προσεγγίσουμε έκθαμβοι και «δωροφορούντες», γιατί τό Τεχθέν είναι μέν «Παιδίον νέον», άλλ' είναι «έν ταυτώ ο πρό αιώνων Θεός γεννηθείς έπ' έσχα­των» από την ουσία του Πατρός, ο οποίος, Υιός, «δευτέραν κοινωνεί κοινωνίαν πολύ τής προτέρας παραδοξοτέραν, όσω τότε μέν μετέδωκεν του κρείττονος νυν δε με­ταλαμβάνει του χείρονος» (Άγ. Γρηγ. Θε­ολόγου , Ε .Π Έ., 5, σελ. 60), «Ίνα Θεόν τον Αδάμ άπεργάσηται», διευκρυνίζει ο υμνοπλόκος (Εσπ. ΚΕ' Μαρτίου). Επομένως στοιχειώδες καθήκον υίκής προσηλώσεως η προσφορά θυσίας και δώρου. «Τί σοί προσενέγκωμεν Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι ημάς...»; (Εσπ. ΚΕ' Δεκ.). Οι υμνογράφοι βοηθώντας μας στην εκλογή μας προτρέπουν να του δώσουμε «δώρημα τρίυλον» ή «τρισόκλεον», το οποίο αποσαφηνίζει ο Ι. Χρυσόστομος και λέγει: «Επίγνωσιν και υπακοήν και αγάπην προσάξωμεν» (ομιλία Η', στο κατά Ματθαίον).
Και αν θέλουμε μεγαλύτερη διευκρύνιση ας ενωτισθούμε: «Αφορώντες εις Χρι-στόν, ταπεινούμενον, υψωθώμεν έκχαμαι ζήλων παθών, ζήλω δε καλώ, μή φρονειν υψηλά, πίστει παιδευθέντες, εν πνεύματι ταπεινωθώμεν, όπως το τικτόμενον εν υψοποιοίς έργοις υψώσωμεν» (τριωδ. Αποδείπνου, Κ Δεκ.).
Φρονούμε ταπεινά, ότι τελικά πρέπει νά συνειδητοποιήσουμε και κάτι ακόμη, που έχει σχέση με το λειτουργικό χρόνο, για να καταλήξουμε σε δική μας οικοδομή και παράκληση. «Σήμερον γεννάται εκ Παρθένου ο δρακί την πάσαν έχων κτίσιν» (Θ' Ωρα). «Σήμερον» αλλά «και άεί». Σχετικά ο Άγ. Μάξιμος ο Ομολογητής το­νίζει· «Ό του Θεού Λόγος εφάπαξ κατά σάρκα γεννηθείς, αεί γεννάται τοις θέλουσι, και γίνεται βρέφος εαυτόν εν εκείνοις διαπλάττων ταις αρεταίς» (Φιλοκαλία, «Παπαδημ.» Αθήνα 1958, Τ.Β., σ.92)
«Δράμωμεν», λοιπόν, στην εργασία των αγίων αρετών κατά την εντολή του Τεχθέντος, αφού σ’ αυτές είναι κρυμμένος.
«Αυτώ η δόξα και το κράτος εις αιώνας των αιώνων. Αμήν».


Πηγή: Θεόδωρου Αθ. Μαραγκού, Ανάτυπο από την εφημερίδα «Εκκλησιαστική Αλήθεια», φ. 1 16.12.1995.σ.10