28/01/2012, " Το κρεμμυδάκι ", του Φίοντορ Ντοστογιέβσκι

Μια φορά κι ένα καιρό, ζούσε μια κακιά γυναίκα, σωστή μέγαιρα. Πέθανε κι ούτε ένα καλό δεν είχε κάνει στη ζωή της. Την άρπαξαν το λοιπόν οι διαβόλοι και την πετάξανε στη φλογισμένη λίμνη. Τότε ο φύλακας-άγγελός της κάθισε και σκέφτηκε: "Πρέπει να θυμηθώ καμιά καλοσύνη της για να πάω να την πω στο Θεό " . Θυμήθηκε, και μια και δυο πάει και λέει στο Θεό : ''Αυτή, του λέει, έβγαλε ένα κρεμμυδάκι φρέσκο απ' το περιβόλι και το 'δωσε σε μια ζητιάνα" . Κι ο Θεός απαντάει: "Πάρε λοιπόν το ίδιο εκείνο κρεμμυδάκι, και πήγαινε πάνω απ' τη λίμνη. Βάστα το κρεμμυδάκι απ' τη μια άκρη κι ας πιαστεί αυτή απ' την άλλη. Τότε τράβα την. Αν τα καταφέρεις να την τραβήξεις απ' τη λίμνη, τότε ας πάει στον Παράδεισο. Όμως αν σπάσει το κρεμμυδάκι, θα πει πως καλά είναι εκεί που είναι"...(Διαβάστε όλο το κείμενο)

Ο άλλοτε Γραμματέας του Κ.Κ.Ε. μακαρίτης τώρα Χαρίλαος Φλωράκης, γνωστός ως καπετάν Γιώτης κατά τον εμφύλιο πόλεμο, είχε κάνει κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής του μεγάλη στροφή προς τη χριστιανική πίστη. Μάλιστα, είχε επισκεφθεί το Άγιον Όρος και είχε εξομολογηθεί σε Αγιορείτη ιερομόναχο.
Πρόσφατα ήρθαν στη δημοσιότητα λεπτομέρειες από το συγκλονιστικό αυτό γεγονός. Ο ιερομόναχος π. Αθανάσιος Σιμωνοπετρίτης εξιστόρησε σε συνέντευξη του πώς συνάντησε και πώς εξομολόγησε τον Φλωράκη (ιστοσελίδα www.synodoiporia.-blogspot.com/2011/03/video_12.html του Διαδικτύου).
Διηγείται ο Αγιορείτης ιερομόναχος:
Θα σας πω για τον Χαρίλαο. Ήταν μια από τις συγκλονιστικότερες στιγμές που έζησα...(Διαβάστε όλο το κείμενο)
Τον καιρό που βασίλευε στην Κωνσταντινούπολη ο Ιουστινιανός, διοικητής της Αφρικής ήταν ο πατρίκιος και τελώνης Πέτρος. Ήταν άνθρωπος κακός, δύστροπος κι απότομος. Φαινόταν να μην έχει λύπηση για κανένα. Γι' αυτό και τον ήξεραν όλοι με το παρατσούκλι «ο φειλωδός», δηλαδή ο τσιγκούνης.
Μια φορά ένας φτωχός που ήταν σε μεγάλη ανάγκη, λέει: «θα πάω να ζητήσω ένα κομμάτι ξερό ψωμί από το φειδωλό ». Του λένε οι άλλοι ζητιάνοι: «αποκλείεται να σου δώσει ο,τιδήποτε». «Θα δοκιμάσω» , είπε και πήγε κι έπεσε στα πόδια του Πέτρου, έκλαιγε και παρακαλούσε για λίγε ελεημοσύνη. Ο Πέτρος εξοργισμένος από την επίμονη ενόχληση θέλησε να τον κτυπήσει. Έλαχε κείνη τη στιγμή να περνά από δίπλα του ένας δούλος, που κουβαλούσε μία σανίδα με ψωμιά. Άρπαξε τότε ένα ψωμί ο πατρίκιος και το 'ριξε με ορμή, σαν πέτρα, στο κεφάλι του φτωχού. Αυτός πήρε το ψωμί κι έφυγε τρέχοντας...(Διαβάστε όλο το κείμενο)

