~

10/07/2013, Έρως - Ήρως, 
του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη



 Απέναντί του, άνωθεν του κρημνού, ύπερθεν του κατωφερούς βράχου, εις μίαν μικράν οικίαν. Τα παράθυρα κατάφωτα, και ζωή και κίνησις εκεί διακόπτουσα την ομαλήν ηρεμίαν και κρατούσα των μονοτόνων ψιθύρων της νυκτός. Τί συνέβαινεν;
Εφαίνετο να είναι οικογενειακή τις χαρά κ' εορτή. Κάτι ως γάμος.
Όταν είδε την οικίαν και την ανεγνώρισεν, ο νέος ησθάνθη μέσα, βαθιά είς τα σωθικά του, σπαραγμόν απερίγραπτον.
Υπανδρεύετο λοιπόν το Αρχοντώ; Αυτή τάχα ήτο εκείνη, περί ης ωμίλει ο Σιγουράντσας; Αυτή, η νύφη; (Περισσότερα...)




7/07/2013, Μας χρειάζεται οδηγός,
του π. Βαλεντίνου Σβεντσίτσκι



Περνάει λίγος καιρός ακόμη. Και εξακολουθεί μεν να προσεύχεται. Αλλά μέσα του κάτι «σβήνει». Εκείνα τα «παλιά» «πάνε»! Ο πόθος για προσευχή φαίνεται να κάηκε! Ο διάβολος «του έδειξε»! Τον άφησε, έξυπνα και απατηλά, να γευθεί την «γλύκα». Και ο προσευχόμενος μας αρχίζει να πιέζει τον εαυτό του· να τον βιάζει. Και ο διάβολος; Άλλο που δεν ήθελε! Τον βοηθάει! Εκείνος με μια ζόρικη προσπάθεια φέρνει αποτελέσματα: του έρχονται πάλι θέρμη, γλύκα, δάκρυα! Και έτσι κάνει την σκέψη:(Περισσότερα...)





5/07/2013, Το γενναίο ναυτόπουλο



Ὁ ἄνεμος ἐφυσοῦσε μὲ μανία. Τὸ καράβι ἔτριζε καὶ ἔγερνε πότε στὴ μιὰ μεριὰ καὶ πότε στὴν ἄλλη. Ὁ Νικολῆς πότε κατέβαινε μὲ τὸ κατάρτι ὣς τὰ κύματα καὶ ἐκρεμόταν ὡσὰν σταφύλι καὶ πότε ἀνέβαινε ὑψηλά. 

Ἐγώ, σὰν εἶδα τὸ παιδὶ ἀνεβασμένο ἐκεῖ ὑψηλά, ἐφοβήθηκα πὼς τώρα θὰ τὸ ἁρπάξῃ ὁ ἄνεμος καὶ θὰ τὸ πετάξῃ ὡσὰν πούπουλο στὴ θάλασσα. Δὲν ἐβάσταξα καὶ εἶπα θαρρετὰ στὸν καπετάνιο: (Περισσότερα...)