19/4/2016, Ο εσωτερικός αγώνας, του Τίτο Κολλιάντερ

Ο εσωτερικός αγώνας μέσο μόνο για την επίτευξη ενός σκοπού


     Όσο κανένας απαλλάσσεται από τα εξωτερικά δεσμά, τόσο απελευθερώνεται εσωτερικά. Όταν αποφορτώνεται από τις εξωτερικές φροντίδες, ελευθερώνει την καρδιά του από αγωνίες που την τυραννούν. Απ’ αυτό προκύπτει ότι ο σκληρός εσωτερικός αγώνας που είσαι υποχρεωμένος να κάνεις εναντίον του ίδιου το εαυτού σου, είναι αποκλειστικά ένα μέσον. Και σαν τέτοιος δεν είναι ούτε καλός ούτε κακός. Οι άγιοι τον παρομοιάζουν συχνά με μια κούρα που κάνει κανείς σύμφωνα με τις υποδείξεις του γιατρού του. Είναι δυνατό να υποφέρει κατά τη διάρκειά της· όμως αποτελεί αναμφισβήτητα το μέσο για να ξαναποκτήσει την υγεία του.
Πρέπει να θυμάσαι πάντοτε τούτο: δεν κάνεις τίποτε το εξαιρετικό με την εγκράτειά σου. Μπορείς να πεις ότι κάνει μια πράξη ενάρετη, εκείνος που παίρνει τον κασμά και το φτυάρι και δουλεύει εντατικά για να βγει από τη βάθη κάποιου μεταλλείου όπου αποκλείστηκε από αμέλειά του; Δεν είναι αντίθετα πολύ φυσικό να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία που του δόθηκαν, για να γλιτώσει από την ασφυκτική ατμόσφαιρα και το σκοτάδι που βρίσκεται; Το αντίθετο δε θα ήταν μια τρέλα;
Η εικόνα αυτή είναι πού διδακτική. Τα κατάλληλα εργαλεία για την απελευθέρωσή μας είναι το ιερό Ευαγγέλιο και τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας, και μας δόθηκαν όταν βαφτιστήκαμε. Αν μείνουν αχρησιμοποίητα δεν έχουν καμιά αποτελεσματικότητα. Αν όμως τα χρησιμοποιήσουμε σωστά, μπορεί να ανοίξει και για μας ο δρόμος προς την ελευθερία και το φώς.
«Δια πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» (Πραξ. ιδ’22). Έχουμε χρέος σαν τον αποκλεισμένο εκείνο που είδαμε παραπάνω, να θυσιάσουμε και ευκαιρίες που έχουμε για ξεκούραση, ύπνο ή διασκέδαση. Πρέπει, όπως ακριβώς και εκείνος, να εκμεταλλευτούμε κάθε στιγμή, την ώρα που οι άλλοι κοιμούνται ή απασχολούνται με αδιάφορα πράγματα. Δεν πρέπει να αφήσουμε τον κασμά και το φτυάρι απ’ τα χέρια μας, δηλαδή προσευχή, αγρύπνια, νηστεία, προσπάθεια «τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετείλατο ἡμῖν ὁ Κύριος» (Ματθ. Κη’ 20). Κι αν η καρδιά μας δυσκολεύεται να βρει τον εαυτό της σε μια τέτοια τακτοποίηση των εσωτερικών μας ζητημάτων, πρέπει με όλη τη δύναμη της θέλησής μας να την υποχρεώσουμε να υποταχτεί, αν θέλουμε να απελευθερωθούμε από τα εσωτερικά μας δεσμά.
Ποιο μισθό θα πάρει ο αποκλεισμένος; Ή αλλιώς· του οφείλεται καμιά ανταμοιβή για ό,τι έκανε;
Μέσα στον ίδιο τον κόπο περιέχεται και η ανταμοιβή. Μέσα στην αγάπη προς την ελευθερία, μέσα στην ελπίδα και την πίστη που έχει σαν εργαλεία στα χέρια του, υπάρχει ήδη και η αμοιβή. Όσο επιμελέστερος είναι, όσο λιγότερο λυπάται τον εαυτό του, τόσο μεγαλύτερη αμοιβή παίρνει. Στα μάτια του φαίνεται ο εαυτός του πως είναι ένας αιχμάλωτος ανάμεσα σε άλλους αιχμαλώτους εδώ στα έγκατα της αμαρτωλής μας γης, χωρίς κανένα διακριτικό σημάδι. Ενώ όμως οι άλλοι το ρίχνουν στον ύπνο ή παίζουν χαρτιά για να σκοτώσουν την ώρα τους, αυτός προχωρεί το έργο του. Βρήκε ένα θησαυρό «ὃν εὑρὼν ἔκρυψε» (Ματθ. Ιγ’ 44). Έχει μέσα του τη βασιλεία των ουρανών, δηλαδή την αγάπη, την ελπίδα, την πίστη. Έτσι μπορεί να απολαύσει τον καθαρό αέρα, έξω από τη φυλακή του. Φυσικά απολαμβάνει ακόμα την αληθινή ελευθερία όχι σε απόλυτο βαθμό, αλλά μόνο «δι’ ἐσόπτρου, ἐν αἰνίγματι» (Α’Κορ. Ιγ’ 12), αλλά είναι ήδη ελεύθερος «ἐπ’ ἐλπίδι, τῇ γὰρ ἐλπίδι ἐσώθημεν» (Ρωμ. η’ 24). Αλλά προσθέτει στη συνέχεια ο απόστολος Παύλος: «ἐλπὶς βλεπομένη οὐκ ἔστιςν ἐλπίς», για να καταλάβουμε τι σημαίνει το πράγμα. Όταν όμως δοκιμάσει μια φορά ο φυλακισμένος την ελευθερία αληθινά και τη δει «πρόσωπον πρὸς πρόσωπον», τότε πια δεν είναι φυλακισμένος ανάμεσα σε φυλακισμένους. Ήδη βρίσκεται στον κόσμο της ελευθερίας. Αυτής της ελευθερίας, για την οποία δημιουργήθηκε ο Αδάμ και μας ξαναδόθηκε δια του Χριστού.
Σαν τον αποκλεισμένο είμαστε ήδη ελεύθεροι «ἐπ’ἐλπίδι», αλλά η τελείωση της σωτηρίας δε βρίσκεται σ’ αυτό τον κόσμο. Μόνο εκεί θα μπορέσουμε να πούμε τελικά: είμαι ελεύθερος! Γιατί η εντολή: «ἔσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν» (Ματθ. ε’ 48) είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί από τους ανθρώπους πάνω σε τούτη τη γη. Τότε όμως γιατί μας δόθηκε; Οι άγιοι απαντούν: για να αρχίσουμε από εδώ το έργο της τελειοποίησής μας, αλλά πάντοτε με το όραμα της αιωνιότητας μπροστά στα μάτια μας.
Ο σκοπός της ελευθερίας του ανθρώπου δε βρίσκεται μέσα στον εαυτό του ή μέσα στους συνανθρώπους του. Ο σκοπός της ελευθερίας μας είναι ο ίδιος ο Θεός, λέει ο επίσκοπος Θεοφάνης.
Η κλίση της ελευθερίας είναι: Γίνετε καλύτεροι. Και η πρόσκληση έχει ήδη γίνει: «Δεῦτε προς με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι» (Ματθ. ια’ 28). Κοπιώντες γιατί; Μήπως για κάποια πρόσκαιρα αγαθά; Πεφορτισμένοι από τι; Μήπως από γήινες φροντίδες και ανησυχίες; Καθόλου, λένε οι άγιοι. Γιατί τι προσθέτει στη συνέχεια ο Κύριος; «Ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ», ο οποίος ποτέ δεν σκεφτόμουν τα πρόσκαιρα αγαθά και ποτέ δεν επιβαρύνθηκα από γήινες φροντίδες, όσο καιρό βάδιζα στη γη.
Και τι έχουν να πάρουν λοιπόν όλοι αυτοί, που εργάζονται για τη σωτηρία τους, και έχουν αναλάβει την αντίσταση εναντίον του κόσμου και μέσα στα βάθη τους και έξω, και που «αἴρουν τὸν ζυγόν» του Χριστού επάνω τους και ζουν όπως ο ίδιος ζούσε; Τι έχουν να κερδίσουν αυτοί που μαθαίνουν όχι από αγγέλους ή από ανθρώπους ή από βιβλία, αλλ’ «ἀπ’ Ἐμοῦ», από Αυτόν τον ίδιο, από τη ζωή του, το φως του και την ενέργειά του μέσα μας, «ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» και δεν υψηλοφρονώ, ούτε για τον εαυτό μου, ούτε για ό,τι κάμνω ή λέγω ή μπορώ; Τι έχουν λοιπόν να κερδίσουν αυτοί οι άνθρωποι; Θα βρουν «ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς αὐτῶν». Ο ίδιος ο Κύριος θα του αναπαύσει. Θα γαληνεύσουν από την αναταραχή των πειρασμών, των φροντίδων, των ταπεινώσεων, της μνησικακίας, του φόβου, της αγωνίας και από καθετί που ταράσσει την καρδιά του ανθρώπου. Έτσι εξηγεί ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακας τα λόγια αυτά του Κυρίου, Και έτσι τα νιώθουν οι Χριστιανοί από γενιά σε γενιά. Γιατί η εμπειρία αποκαλύπτει ξανά και ξανά πάλι σε καινούριες καρδιές την αλήθεια «ὅτι ὁ ζυγός μου χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον μου ἐλαφρόν ἐστι» για κείνον που με αγαπά, λέγει ο Κύριος. Όμως, μόνο «ὁ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται» Ματθ. ι’ 22), όχι εκείνος που λιποτακτεί και είναι χασομέρης. Γι’ αυτόν δεν ισχύει η υπόθεση.

Να λοιπόν γιατί δεν πρέπει να αποκάμνουμε. Πρέπει να είμαστε «ἑδραῖοι, ἀμετακίνητοι, περισσεύοντες ἐν τῷ ἔργῳ τοῦ Κυρίου πάντοτε, εἰδότες ὅτι ὁ κόπος ἡμῶν οὐκ ἔστι κενὸς ἐν Κυρίῳ» (Α’ Κορ. ιε’ 58). Μια που αρχίσαμε, δεν πρέπει να πάψουμε «ἄξια τῆς μετανοίας ἔργα πράσσειν». (Πραξ. κστ’ 20). Η ανάπαυλα σ’ αυτή την περιοχή σημαίνει οπισθοδρόμηση. 



Πηγή: Τίτο Κολλιάντερ, "Ο Δρόμος των Ασκητών", εκδ. Ακρίτας