10/12/2019, Bullying θρησκευτικό, π. Γεώργιος Οικονόμου


 Bullying θρησκευτικό



Τις τελευταίες δεκαετίες απασχολεί έντονα τις κοινωνίες η έννοια του εκφοβισμού και της βίας με την ευρύτερη ορολογία του bullying.
Ενδοσχολική, ενδοοικογενειακή, πολιτική, διαφυλική, διαφυλετική, σωματική, λεκτική και μη λεκτική είναι ορισμένες μόνο από τις μορφές βίας.
Για την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων υλοποιούνται δράσεις στην εκπαίδευση, γίνονται συζητήσεις, αναπτύσσονται και καλλιεργούνται προβληματισμοί.
Και, όντως, μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι κάποιο αποτέλεσμα υπάρχει, ως προς το ότι τουλάχιστον συζητιούνται και αναφέρονται οι καταστάσεις αυτές.
Το αποτέλεσμα αυτό και η σχετική «πρόοδος» αναφέρονται, κυρίως, στην ευρεία πλέον αποδοχή της ετερότητας, της ομοφυλοφιλίας, του θρησκευτικού και πολιτισμικού πλουραλισμού.
Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σοβαρές μορφές bullying, που ενσυνείδητα ή ασυνείδητα εκφεύγουν της προσοχής μας.
Να αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα˙ ενώ, δηλαδή, ο έγχρωμος, ο Αλβανός, οι gay άνδρες και γυναίκες, οι Βουδιστές και οι Μουσουλμάνοι μπορούν και αισθάνονται πλέον την κοινωνική αποδοχή στην ελληνική κοινωνία, συντηρούνται στερεοτυπικά άλλες διακρίσεις, για τις οποίες καμία δράση δεν αναλαμβάνεται.
Ο «κοντός», ο «χοντρός», το παιδί «του Κατηχητικού», αλλά και ο φιλόπατρις, ο οποίος συνήθως συγχέεται με ανθρώπους ακραίων ιδεολογιών και κατονομάζεται ως ακροδεξιός ρατσιστής και φασίστας.
Στο παρόν άρθρο, λοιπόν, θα εστιάσουμε την προσοχή μας και θα αναδείξουμε ορισμένες πτυχές του θρησκευτικού bullying, γιατί ενώ είναι πολύ σοβαρό παραμένει εκτός των σχετικών συζητήσεων.
Στο θαυμάσιο βιβλίο «Συνομιλίες με παιδιά», της αδελφής Μαγδαληνής από το Έσσεξ, καταγράφεται μία ενδεικτική συζήτησή της με νεαρές μαθήτριες, σχετικά με το θέμα της νηστείας (επίκαιρο ενόψει της Απόκρεω), και πως το διαχειρίζονται στο σχολείο τους, όπου συναναστρέφονται με παιδιά άλλων θρησκειών και ομολογιών.
Μία μαθήτρια, λοιπόν, καταθέτει˙ «ποτέ δεν θα τους έλεγα την πραγματική αιτία (για την οποία δεν τρώω κρέας).
Στο προηγούμενο σχολείο μου με ειρωνεύονταν τόσο πολύ, επειδή τηρούσα τη νηστεία της Σαρακοστής!
Δεν ειρωνεύονταν, όμως, τα κορίτσια, που ήταν Ινδουίστριες, όταν νήστευαν λόγω της θρησκείας τους»[1]. Ο διάλογος αυτός καταγράφει επακριβώς αυτό το παράδοξο φαινόμενο.
Να γίνονται αποδέκτες θρησκευτικού ρατσισμού, ειρωνίας, λοιδωρίας και περιφρόνησης, ιδιαίτερα, ή και μόνο αυτοί, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Αναζητώντας τις αιτίες αυτής της συμπεριφοράς ήλθαν στη σκέψη μας οι στερνές, προ της Αρχιερατικής Προσευχής, γεθσημάνειες νουθεσίες του Ιησού προς τους μαθητές Του˙ εἰ ὁ κόσμος ὑμᾶς μισεῖ, γινώσκετε ὅτι ἐμὲ πρῶτον ὑμῶν μεμίσηκεν. εἰ ἐκ τοῦ κόσμου ἦτε, ὁ κόσμος ἂν τὸ ἴδιον ἐφίλει· ὅτι δὲ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ' ἐγὼ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου, διὰ τοῦτο μισεῖ ὑμᾶς ὁ κόσμος[2].
Πραγματικά, πολλές φορές, στο θρησκευτικό bullying υποκρύπτεται και φανερώνεται ταυτόχρονα ένα βαθύ μίσος προς την ορθόδοξη χριστιανική πίστη και τον Ίδιο τον Ιησού.
Υπάρχει πλήρης άρνηση αυτής της αλήθειας και υποτίμηση του «Πιστεύω» του άλλου.
Αυτό το bullying, μάλιστα, αξίζει να σημειωθεί ότι στην εκπαιδευτική διαδικασία πολλές φορές ασκείται και από τους ίδιους τους δασκάλους.
Η προσωπική τους ιδεολογική άρνηση της χριστιανικής πίστης τους ωθεί σε προσπάθειες σκανδαλισμού και δηλητηρίασης της αγνής παιδικής πίστης με διάφορα ιοβόλα τεχνάσματα.
Με αόριστη και ανεύθυνη επίκληση της επιστήμης για ανασκευή της πίστης στον Δημιουργό Θεό.
Με μονομερή τονισμό και ανάδειξη αμαρτιών Δικαίων της Παλαιάς Διαθήκης, ιδιαίτερα του Προφήτη Μωϋσέως, του Δαυίδ και του Σολομώντος.
Με καθύβριση και κατασυκοφάντηση ιεροτάτων προσώπων της χριστιανικής παράδοσης, όπως του Αποστόλου Παύλου και του Αγίου Κωνσταντίνου.
Με την παρουσίαση του «Βυζαντίου» ως μιας σκοταδιστικής και μεσαιωνικής, ως προς τα χαρακτηριστικά της, εποχής, μόνο με ανθελληνικό χαρακτήρα.
Με την πολιτική αυτοτελώς ερμηνεία σπουδαίων θεολογικών σελίδων της εκκλησιαστικής ιστορίας, όπως η εικονομαχία και ο εκχριστιανισμός των Σλάβων.
Με αυτούς τους τρόπους ασκείται ισχυρή ψυχολογική βία και πνευματική καταπίεση στην θρησκευτική συνείδηση των παιδιών, η δε προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν αυτές τις θρησκευτικές επιθέσεις μπορεί να τα οδηγήσει στην απομόνωση από τους συμμαθητές τους αλλά και σε βαθειά λύπη, ντροπή και ενοχές.
Ένα ακόμα ενδεικτικό παράδειγμα αυτών των αντιχριστιανικών διαθέσεων είναι και το παρακάτω.
Αφορά το γεγονός, που συνέβη σε σχολείο κατά τη διάρκεια παιδαγωγικής συνεδρίασης τριμήνου Συλλόγου Διδασκόντων, όπου αποδόθηκε με άκρως ειρωνικό τρόπο η χαμηλή επίδοση μαθητή στις συντηρητικές αντιλήψεις της οικογένειας του, μία οικογένεια, η ετερότητα της οποίας έγκειται στην ενσυνείδητη ορθόδοξη χριστιανική της πίστη.
Αυτό το παιδί, λοιπόν, δεν δικαιούται βοήθεια ούτε επιείκεια ούτε κατανόηση! Θρησκευτικός αποκλεισμός σε όλο του το μεγαλείο.
Οι ιδεολογίες αυτές ανασύρουν από τη μνήμη σύγχρονα αθεϊστικά καθεστώτα, στα οποία η χριστιανική πίστη γινόταν αιτία διωγμών, βασανιστηρίων, εξοριών, εγκλεισμών σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και μαρτυρικών θανάτων, τότε που η αντιθρησκευτική προπαγάνδα διδασκόταν στα σχολεία με επιστημονικό τρόπο και με σκοπό την πλήρη αποδόμηση της πίστης[3].
Ωστόσο, οι δάσκαλοι στην Ελλάδα, που ορκίστηκαν κατά τον διορισμό τους ότι θα τηρούν το Σύνταγμα, οφείλουν και υποχρεούνται να σέβονται απαράβατα τη θρησκευτική ελευθερία των μαθητών και μαθητριών τους και να μη δηλητηριάζουν τις συνειδήσεις και την αγνή και αθώα πίστη της καθαρής καρδιάς τους με προσωπικές ιδεοληψίες.
Ούτε να αποδομούν στην καρδιά τους την θρησκευτική συνείδηση σε όποιο δόγμα, σε όποια θρησκεία και αν ανήκουν.
Αλλά προξενεί τουλάχιστον απορία και ιερή αγανάκτηση, η απαξία συγκεκριμένα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, ενώ εκδηλώνεται σαφής υπεράσπιση στο δικαίωμα του μουσουλμάνου, του εβραίου, του βουδιστή, του ετεροδόξου, του άθεου, γιατί αυτοί είναι μειοψηφίες.
Απάντηση σε όλα τα παραπάνω αποτελεί η καλλιέργεια γνήσιας χριστιανικής συνείδησης.
Σύμφωνα με αυτήν, ο διωγμός και το μίσος είναι αναμφίβολα μέρος της ζωής του χριστιανού και ευκαιρία θαρραλέας μαρτυρίας και ομολογίας της.
Η έκφραση θρησκευτικού εκφοβισμού λειτουργεί, ιδιαίτερα για τους νέους, ως μαρτύριο της συνειδήσεως και σημαίνει διωγμό ἕνεκεν δικαιοσύνης[4].
Αυτή η χριστιανική αντιμετώπιση, ωστόσο, δεν συνιστά σε καμία περίπτωση άλλοθι για τους θύτες.
Οφείλει η πολιτεία και το εκπαιδευτικό σύστημα να ενδιαφερθεί επιτέλους και για αυτές της μορφές βίας.
Οφείλει η ελληνική κοινωνία να αναζητήσει την χαμένη της πνευματική ταυτότητα και αντί να φθονεί το «καλό» να εμπνέεται από αυτό.
Είδαμε που οδήγησε η ελευθεριότητα και η αποδόμηση των ηθικών και πνευματικών αξιών τις τελευταίες δεκαετίες.
Λύση στην κρίση και φως στο σκοτάδι μπορεί να χαρίσει μόνο ο Χριστός.
Ας μην στρεφόμαστε άλλο πια εναντίον των πνευματικών του τέκνων και ας σεβαστούμε την ελευθερία της θρησκευτικής τους συνείδησης να Τον αγαπούν ανεμπόδιστα και να αγωνίζονται άφοβα λοιδωριών να τηρούν τα άγια προστάγματά Του.

[1] Αδελφής Μαγδαληνής, Συνομιλίες με παιδιά˙ μεταδίδοντας την πίστη, εκδ. Ι.Π.Σ.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 2008, σ. 316
[2] Ιω. 15, 18 – 19.
[3] Βλ. ενδεικτικά το παρακάτω σχολικό εγχειρίδιο του 1933 - αντιθρησκευτικό αλφαβητάρι˙
http: // aquatek - filips. livejournal. com / 210201.html


Πηγή: π. Γεώργιος Οικονόμου, www.romfea.gr