Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

 Θεόδωρος Κολοκοτρώνης


 Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είναι ο αρχηγέτης και η ψυχή της Επαναστάσεως. Η οικογένεια του έρχεται από τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Έδρασαν ως κλέφτες. Σκοτώθηκαν πολλοί. Σε κάθε ράχη και σε κάθε λόφο, λέει ο ίδιος ο Κολοκοτρώνης υπάρχει θαμμένος κι ένα Κολοκοτρωναίους. Πολέμησαν πολύ με τους Τούρκους, και με τους Αλβανούς πάρα πολύ, και κράτησαν την πατρίδα, κράτησαν τον Ελληνισμό, κράτησαν τη θρησκεία στα χρόνια τα δύσκολα. Θαυμάζομε την γενναιοψυχία του, τη συγχωρητικότητα του, την ανεξικακία του, τον πατριωτισμό του, τη θυμοσοφία του, την υπομονή του, την καλοσύνη του, την ανδρεία του. Κάθε κουβέντα του Κολοκοτρώνη ήταν γνωμικό, και κάθε πράξις του ηρωισμός.

Τον ρώτησαν μια φορά σε ποιο κόμμα ανήκει; Αν είναι ρωσόφιλος, γαλλόφιλος ή αγγλόφιλος. Κι εκείνος απάντησε. Εγώ έιμαι θεό-φιλος, γιατί μόνο ο Θεός μου αγαπά την πατρίδα μου, και μόνο ο Θεός μου με βοηθάει. Και όντως ο Κολοκοτρώνης είχε πολύ μεγάλη πίστη. Κι όταν πήγε στα βουνά και τον άφησαν κι οι Κλέφτες ακόμη μόνο του, λέει ήμουνα εκεί μόνος μου με τον Θεό. Κι όταν άρχισε η Επανάσταση έφτιαξε από κλαριά ένα σταυρό, ή το μονόγραμμα του Χριστού και το είχε εκεί για σημαία. Και όταν κατέβηκε στην Καλαμάτα κι έκαμαν εκεί τη Δοξολογία στο ποτάμι, στους Αγίους Αποστόλους, είπε: "Τα πρωτεία στον Σταυρό". Είχε όντως πολύ μεγάλη πίστη και προπαντός αυτό του έδινε και την μεγάλη αρετή της ανεξικακίας, γιατί είναι η μεγαλύτερη αρετή μέσα στην Ορθοδοξία. Είναι η αρετή του Χριστού. Που πάνω στο Σταυρό του μαρτυρίου έλεγε: "Πάτερ, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τί ποιούσι".

Κάναν το μνημόσυνο του αδελφού του Κολοκοτρώνη, που κάποιος Έλληνας τον είχε φονεύσει, και μετά το μνημόσυνο παρέθεσαν τραπέζι, την μακαρία, όπως λέμε για το συχώριο της ψυχής του πεθαμένου. Και σε κάποια στιγμή, εκεί καθώς διαρκούσε το τραπέζι, το φαγητό, έρχεται η μάνα του η Ζαμπία από την Αλωνίσταινα της Αρκαδίας, ταραγμένη και του λέει: «Θοδωράκη, βλέπεις ποιος είναι εκεί πέρα;» και τον έδειχνε. «Βλέπω μανούλα. Τον είδα και τον ξέρω. Είναι ο φονιάς του γιού σου και του αδελφού μου. Ας’ τον όμως να φάει γιατί αυτό είναι το καλύτερο συγχώριο για τον νεκρό μας».



Πηγή: π. Ανανίας Κουστένης (Λόγοι)