3/4/2022, Ἡ Μεγάλη Ἰδέα ἑνός μικροῦ λαοῦ , π. Βασίλειος Γοντικάκης

Ἡ Μεγάλη Ἰδέα ἑνός μικροῦ λαοῦ 

(επιλογές)

 


Ὑπάρχουν δύο παραδόσεις στὴν ἀνθρώπινη ἱστορία: Οἱ πρῶτοι εἶναι «οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν» ποὺ θέλουν νὰ ἐπικρατήσουν καὶ νὰ ὑποτάξουν τοὺς ἄλλους. Καὶ αὐτοὶ ποὺ ζητοῦν νὰ γίνη τὸ θέλημα τοῦ Ἑνός.

Οἱ πρῶτοι σταδιοδρομοῦν πρόσκαιρα καὶ βασανίζουν τὸν κόσμο. Οἱ δεύτεροι ἀναδεικνύονται «κλέος ἀέναον θνητῶν». Ἀνατέλλει ἀπὸ μέσα τους μιὰ αἴγλη ποὺ δὲν δύει ἀλλὰ φωτίζει καὶ ὁδηγεῖ τοὺς ἀνθρώπους.

Οἱ Ἕλληνες εἶναι μικρὸς λαὸς μὲ μεγάλες ἀπαιτήσεις. Ὁ Δημόκριτος ζητᾶ νὰ βρῆ τὴ μία αἰτιολογία τῆς ζωῆς καὶ ὄχι τὴν τῶν Περσῶν βασιλείαν. «Ἔλεγε βούλεσθαι μᾶλλον μίαν εὑρεῖν αἰτιολογίαν ἢ τὴν τῶν Περσῶν οἱ βασιλείαν γενέσθαι». Οἱ ἀπαιτήσεις καὶ ἡ σταδιοδρομία τους ξεπερνοῦν τὴν ἱστορία.

Ὁ Ἡράκλειτος ζητᾶ τὸν τρόπο τῆς τοῦ παντὸς διοικήσεως. Τὰ θυσιάζει ὅλα γιὰ τὸ ἕνα καὶ τοῦ χαρίζεται ἡ γνῶσι τῶν πάντων. Κάνει διάγνωσι ὅτι ὑπάρχει νόμος ποὺ ἐπιβάλλει νὰ ὑπακούωμε στὴ θέλησι τοῦ ἑνός, ὄχι τοῦ ὁποιουδήποτε, ἀλλὰ τοῦ κοινοῦ καὶ θείου Λόγου, τοῦ Λόγου καὶ Θεοῦ ποὺ διοικεῖ τὰ πάντα διὰ πάντων.

Ὅταν ὑπακούωμε στὴ θέλησι τοῦ Θεοῦ Λόγου ἀληθεύομε. Ὅταν ἰδιάζωμε (θεωροῦμε τὸν ἑαυτόν μας τὴν αὐθεντία) ψευδόμεθα. Στὴ βάσι αὐτῆς τῆς ὑπακοῆς στηρίζονται οἱ ἄριστοι. Καὶ ὁ ἕνας εἶναι τρισμύριοι, οἱ δὲ ἀναρίθμητοι κανείς…….

* * *

Οἱ Ἕλληνες μπαίνουν στὸ στίβο τῆς ἱστορίας μὲ γενάρχες τοὺς ἄριστους ποὺ θυσιάζουν τὰ πάντα γιὰ τὸν Ἕνα.

Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μέχρι τέλους βρίσκεται ἡ δίψα τους γιὰ τὸ ἀπόλυτο καὶ ἡ αἴτησι νὰ γίνεται τὸ θέλημα τοῦ Ἑνός. Αὐτὸ χαρίζει τὴν ἑνότητα τῶν πάντων στὴν ἐλευθερία τῆς ἀειζωίας.

Ζητοῦν τὴ σοφία καὶ τὸ κάλλος ποὺ ἐξυψώνουν τὸν κόσμο, ὄχι τὴν ἐξουσία καὶ τὴ δύναμι ποὺ εὐτελίζουν τοὺς ἀνθρώπους, ὡς κατακτητὲς καὶ νικημένους.

Ἔχουν δοσοληψίες μὲ τοὺς γνωστοὺς λαούς. Ὅ,τι καλὸ παίρνουν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τὸ καλλιεργοῦν περισσότερο ἀπ’ ὅ,τι ἐκεῖνοι ποὺ τὸ εἶχαν.

Ζητοῦν τὸ ξεπέρασμα καὶ τὴ μεταμόρφωσι ὅλων. Γίνεται γι’ αὐτοὺς φιλοσοφία ἡ μελέτη τοῦ θανάτου, καὶ φιλοκαλία ἡ προσπάθεια νὰ δώσουν μορφὴ στὸ ἄμορφο, νὰ πετύχουν τὸ ἄγαλμα, τὴν ἀγαλλίασι τοῦ κάλλους καὶ τῆς ζωῆς.

Οἱ δοκιμασίες καὶ τὰ ἀδιέξοδα τῆς ζωῆς γίνονται ἀφορμὴ καλλιτεχνικῆς δημιουργίας καὶ δύναμι νὰ λύσουν τὰ προβλήματα, νὰ φτάσουν στὴν κάθαρσι καὶ τὴν ἀνάπαυσι.

Γεννιοῦνται οἱ τραγωδίες. Ἐκφράζουν τὶς φιλοσοφικές τους ἀναζητήσεις μὲ τὴ γλῶσσα τῶν θεατρικῶν παραστάσεων.

Ἐκπαιδεύουν καὶ ψυχαγωγοῦν τὸν κόσμο μὲ τὸ θέατρο. «Δημοτερπέστατόν τε καὶ ψυχαγωγικώτατον ἡ τραγωδία» (Πλάτων).

Δὲν ἱκανοποιοῦνται μ’ αὐτὸ ποὺ πετυχαίνουν. Συνέχεια συζητοῦν καὶ ζητοῦν νὰ ἀκούσουν κάτι νεώτερο (Πραξ. 17, 21).

Ἀπορρίπτουν τὴν ὕβρι ὡς πυρκαγιὰ καὶ τὴν οἴησι ὡς ἐπιληψία. Ἀποκτοῦν τὴν ὑγεία μὲ τὴν ἀναζήτησι τοῦ μέτρου.

Μπαίνουν στὸν δρόμο τῆς ἐλευθερίας μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸν κοινὸ καὶ θεῖο Λόγο. Τοὺς ἀποκαλύπτεται ὁ τρόπος τῆς τοῦ παντὸς διοικήσεως σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα.

Εἶναι ἐραστὲς τῆς σοφίας καὶ τοῦ κάλλους, ὄχι σφετεριστὲς τῶν θείων δωρεῶν.

Ἐὰν συνειδητὰ ἢ ἀσυνείδητα θεωρῆς τὸν ἑαυτό σου κριτήριο τῆς ἀληθείας, καὶ προβάλης τὴν ἄποψί σου ὡς τὴ μόνη ὀρθή, πῆρες στραβὸ δρόμο καὶ φτάνεις σὲ ἀδιέξοδο……

 

Οἱ ἄριστοι ὑπακούουν στὴ θέλησι τοῦ Ἑνὸς καὶ κατακλύζονται ἀπὸ γνώσεις ποὺ τοὺς κάνουν νὰ ἀγαποῦν τὴν ταπείνωσι.

Ὅταν θυσιάζης τὰ πάντα γιὰ τὸν Ἕνα, τὰ βρίσκεις ὅλα μεταμορφωμένα. Φτάνεις μετὰ ἀπὸ τὸν κόπο στὴν ἀνάπαυσι καὶ ἀπὸ τὴν ἐλπίδα στὸ ἀνέλπιστο.

Ἀπολαμβάνεις τὴν ἐλευθερία ἀπὸ τὰ φθαρτὰ καὶ τὴν μετατροπὴ τῶν πάντων σὲ εὐλογία.

Οἱ ἄριστοι προτιμοῦν τὸ ἕνα ἀντὶ πάντων καὶ τοὺς δίδεται κάτι ἐλάχιστο μὲ ἀνεξάντλητο δυναμισμὸ ποὺ τοὺς τρέφει ὡς ἄρτος ζωῆς.

…….

Οἱ βάρβαροι εἶναι κλεισμένοι στὰ στενὰ ὅρια τοῦ φθαρτοῦ γιατὶ τοὺς λένε ψέματα οἱ αἰσθήσεις.

«Κακοὶ μάρτυρες ἀνθρώποισι ὀφθαλμοὶ καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων» (107). Δὲν ὑποψιάζονται τὸν χῶρο τῆς ἐλευθερίας ποὺ προσφέρεται σ’ αὐτὸν ποὺ θυσιάζεται γιὰ τὸ Ἕνα.

Προσπαθοῦν νὰ παριστάνουν τὸν πολιτισμένο ἀλλὰ προδίδονται γιατὶ ἡ βαρβαρότητα ἔχει διαπλάσσει ἕνα ἀλλόκοτο ἄνθρωπο μέσα τους.

Δὲν δέχονται ἐπιδράσεις ἀνωτέρου πολιτισμοῦ γιατὶ δὲν ὑποψιάζονται τὴν ὕπαρξί του.

Ἀντίθετα, μιὰ μυστικὴ φλέβα διατρέχει τὴν ἱστορία μας καὶ διατρέφει τὴν οἰκουμένη μὲ ἀκαταίσχυντη ἐλπίδα ποὺ φτάνει στὴν κατάργησι τοῦ θανάτου.

Ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν αἴτησι νὰ γίνεται τὸ θέλημα τοῦ Ἑνός. Καὶ καταλήγει στὴν κλῆσι τῶν πάντων στὴν πανήγυρι τῆς ζωῆς.

Οἱ ἰδιάζοντες προκαλοῦν σύγκρυο ψευτιᾶς γιατὶ στηρίζονται στὸν ἑαυτό τους. Γράφουν βιβλία. Κάνουν θεωρίες. Θέλουν νὰ σώσουν τὸν κόσμο· ὁ ἕνας ὑπόσχεται φανταστικὲς κατακτήσεις, καὶ ὁ ἄλλος προβλέπει ἀναπόφευκτες καταστροφές. Ὅλοι λένε ψέματα.

* * *

Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔρχεται στὴν Ἀθήνα, βρίσκει τὴν πόλι «κατείδωλον», γεμάτη βωμοὺς στοὺς γνωστοὺς θεούς. Ἀλλὰ βλέπει καὶ ἕνα βωμὸ «τῷ ἀγνώστῳ Θεῷ». Αὐτὸ τοῦ ἀνοίγει τὴν καρδιὰ καὶ τοῦ χαρίζει τὴ δυνατότητα νὰ μιλήση ὡς οἰκεῖος στὴν ὁμήγυρι τῶν Ἀθηναίων. Ἀρχίζει σχολιάζοντας τοὺς δικούς τους ποιητὲς καὶ φιλοσόφους, ποὺ βάζουν τοὺς ἀνθρώπους στὸν δρόμο τῆς ἀναζητήσεως τοῦ Ἑνός.

Ἀκοῦνε τὸ μήνυμα τῆς καινῆς κτίσεως ὡς ἀπάντησι στὰ ἐρωτήματα ποὺ τοὺς βασανίζουν μιὰ ζωή. Δέχονται τὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ Λόγου ποὺ τοὺς ἕλκει καὶ τοὺς ἀλλοιώνει ὡς ἔρωτας θεϊκός. «Ἔθελξας πόθῳ με Χριστὲ καὶ ἠλλοίωσας τῷ θείῳ σου ἔρωτι. . . »

Μπολιάζεται ἡ δίψα καὶ ἡ τόλμη τῆς θυσίας τῶν πάντων χάριν τοῦ Ἑνός, στὴν καλλιέλαιο τῆς χάριτος. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι μ’ αὐτήν τους τὴν ἐνέργεια δὲν μεταστρέφονται σὲ κάποια νέα πίστι, ἀλλὰ βρίσκουν στὸ μήνυμα τοῦ Ἀποστόλου τὴν ἀπάντησι στὴ βαθειά τους ἀναζήτησι.

Ἐπειδὴ δὲν θέλουν τὴν τῶν Περσῶν βασιλεία, τοὺς δίδεται ἡ πολυεθνικὴ αὐτοκρατορία, γιατὶ δὲν θὰ μείνουν σ’ αὐτή. Ὁ ἄνθρωπος, ὅπως τὸν γνωρίζουν, δὲν ἀναπαύεται σὲ τίποτε φθαρτὸ καὶ παρερχόμενο ὅσο μεγάλο καὶ ἂν φαίνεται.

Δέχονται τὴν αὐτοκρατορία ὡς κάτι σημαντικὸ ἀλλὰ χρονικὸ ποὺ κάποτε τελειώνει. Καὶ πρέπει νὰ ἁγιασθῆ γιὰ νὰ σωθῆ καὶ νὰ προσφερθῆ σὲ ὅλους ὡς εὐλογία καὶ δύναμι ζωῆς. Τοὺς δίδεται μὲ τὸ νὰ τοὺς τὴν ἀρνοῦνται πάνω στὰ πράγματα. Ὑποτάσσονται οἱ Ἕλληνες στοὺς Ρωμαίους.

Καὶ νικοῦν οἱ ἡττημένοι τοὺς κατακτητές, ὄχι μὲ τὴ δύναμι τῶν ὅπλων (χαμένη ὑπόθεσι), ἀλλὰ μὲ τὴ χάρι τοῦ Πνεύματος ποὺ ὁμορφαίνει τὴ ζωὴ καὶ καθιστᾶ ὅλους νικητές.

Τὸ ζητούμενο εἶναι ὄχι νὰ ὑποτάξης καὶ νὰ ταπεινώσης τὸν ἄλλο, ἀλλὰ νὰ γίνης κοινωνὸς τῆς Δυνάμεως ποὺ ὅλους τοὺς ἐλευθερώνει καὶ τοὺς ἀδελφώνει στὴν ἔκπληξι τῆς ἀειζωίας.

…….

Οἱ Ἕλληνες στήνουν βωμὸ στὸν ἄγνωστο Θεό. Καὶ φτάνουν στὴ θεία Λειτουργία ὅπου λατρεύουν τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι «ἀνέκφραστος, ἀπερινόητος, ἀόρατος, ἀκατάληπτος». Μπαίνουν στὴν εὐρυχωροτέρα τῶν οὐρανῶν Ἐκκλησία ὅπου τὰ φοβερὰ τελεσιουργεῖται.

* * *

Ὅταν μεταφέρεται ἡ πρωτεύουσα τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας ἀπὸ τὴ Δύσι στὴν Ἀνατολή, ὅλα ἀκολουθοῦν τὴ γνωστὴ ἐξέλιξι.

Ἐπικρατεῖ φυσιολογικὰ ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα, τὸ πνεῦμα καὶ ἡ ἀναζήτησι. Τὸ πρωτεῖο δίδεται στὴ μία ζύμη ποὺ ζυμοῖ ὅλο τὸ φύραμα. Προχωροῦμε πρὸς τὸ πλήρωμα τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἐλευθερίας. Ὅλα προσλαμβάνονται καὶ μεταμορφώνονται.

Ἀπὸ τὸν κοινὸ καὶ θεῖο Λόγο τοῦ Ἡρακλείτου προχωροῦμε στὸν σεσαρκωμένον Θεὸν Λόγον τῆς Ἐκκλησίας.

Ἀπὸ τὴ φιλοσοφία ὡς μελέτη τοῦ θανάτου προχωροῦμε στὴ λειτουργικὴ θεολογία ὡς κατάργησι τοῦ θανάτου καὶ δύναμι ζωῆς.

Ἀπὸ τὴν ἀρχαία τραγωδία ὡς θεατρικὴ παράστασι προχωροῦμε στὴ θεία μυσταγωγία ὡς θεολογικὴ ἱερουργία.

Ἀπὸ τὴ μέθη καὶ τὴ μανία τῶν ἀρχαίων ὀργίων φτάνουμε στὴ νηφάλια μέθη καὶ σώφρονα μανία τῶν ἱερῶν μυστηρίων. Ὅλα μεταμορφώνονται καθαιρόμενα.

Ἡ Ἐκκλησία ἐντοπίζει καὶ σώζει τὸν δυναμισμὸ τῆς ζωῆς καὶ ἐνισχύει τὴν ὑγεία τοῦ πνεύματος.

Ἀφαιρεῖ τὴν ἀρρώστια τῆς διαστροφῆς. Ἀπορρίπτει τὴν ὕβρι καὶ τὴν οἴησι. Μεταμορφώνει τὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν κάνει μιὰ αἴσθησι. Ὅλα ξεπερνιοῦνται. Καὶ προχωροῦν ἀκατάπαυστα ἐπὶ τὰ πρόσω.

Καταξιώνεται ἡ ἀγάπη τῆς ἐλευθερίας μὲ τὴν ὑπακοὴ στὸν θεῖον Λόγον, δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο καὶ γίνεται.

Μετὰ τὴν ἀποδοχὴ αὐτῆς τῆς ὑπακοῆς καὶ τοῦ χρέους ὅλα ἀνατέλλουν φωτισμένα καὶ πασίχαρα. Ὅταν τελειώνη ἡ Σαρακοστὴ τῆς ζωῆς, ὅλοι καλοῦνται «εἰς τὴν χαρὰν τοῦ Κυρίου».

* * *

Ἐφ’ ὅσον προχωρεῖς στὴν Ἐκκλησία ὅπου βρίσκεις τὸν Θεάνθρωπο νὰ εἶναι ὁ προσφέρων καὶ προσφερόμενος στὴ λειτουργία τῆς σωτηρίας τοῦ σύμπαντος κόσμου.

Ἐφ’ ὅσον αὐτὰ συμβαίνουν· ἀποκτᾶς ἄλλο ἦθος, χρέος καὶ ἰσχύ. Παραδίδεσαι στὴ θέλησι τοῦ Ἑνός. Ἀγαπᾶς τοὺς ἐχθρούς σου καὶ γίνεσαι ἀδελφὸς μὲ τοὺς ξένους.

Τὰ πάντα λειτουργοῦν ὡς εὐεργεσία γιὰ σένα. Καὶ σὺ εἶσαι εὐλογία γιὰ ὅλους. Ἠρεμεῖς γιατὶ ὅλα σοῦ κάνουν καλό. Δὲν διαπληκτίζεσαι μὲ κανένα γιατὶ εἶσαι εὐγνώμων πρὸς ὅλους καὶ γιὰ ὅλα.

Ὅπως βιολογικὰ γιὰ νὰ ζήση ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ ἥλιου καὶ τὸ ὀξυγόνο τοῦ ἀέρα· πνευματικὰ γιὰ νὰ ἀναπτυχθῆ καὶ νὰ βρῆ τὸν ἑαυτό του, χρειάζεται τὴ θέρμη τῆς ἀγάπης καὶ τὴν εὐρυχωρία τῆς ἐλευθερίας.

Τὸ πρόβλημα τῆς ζωῆς ἔχει θεολογικὲς προεκτάσεις. Παρέχεται στὸν ἄνθρωπο ἡ δυνατότητα τῆς πίστεως γιὰ νὰ πετύχη τὴ θεία ἀλλοίωσι καὶ τὴν ἐπέκτασι ἐπὶ τὸ ἀόριστον τῆς ἐλευθερίας.

Δὲν εἶναι ὁ ἄνθρωπος ἕνα βιολογικὸ πλάσμα ποὺ ἀρχίζει καὶ τελειώνει στὸ πεπερασμένο καὶ φθαρτό.

Ἔχει μέσα του τὴν πνοὴ τοῦ Ἄναρχου καὶ Ἀτελεύτητου, ποὺ διὰ τῆς πίστεως τοῦ χαρίζει τὴ γνῶσι τῶν θείων καὶ ἀνελπίστων. «Τῶν θείων τὰ πολλὰ διαφυγγάνει, μὴ γινώσκεσθαι ἀπιστίηι» (86). (Τὰ πιὸ πολλὰ τῶν θείων πραγμάτων μᾶς ξεφεύγουν καὶ δὲν τὰ γνωρίζομε λόγῳ ἀπιστίας).

* * *

Ὅλα τὰ ἱστορικὰ γεγονότα ἔχουν ἀρχὴ καὶ τέλος. Πρὶν τελειώση ἡ ἱστορικὴ διαδρομὴ τῆς αὐτοκρατορίας, πρὶν ἀκουσθῆ τὸ «ἑάλω ἡ Πόλις», καὶ ἀρχίσουν τὰ μοιρολόγια τῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν, ἤδη ἔχουμε ἀναχθῆ λειτουργικὰ στὴν εὐρυχωρία τῶν οὐρανῶν καὶ τὴν ἐλευθερία τῶν ἐσχάτων.

Ζοῦμε καὶ ψάλλομε μέσα στὴν Ἐκκλησία τὸν παιᾶνα τῆς παγκοσμίου χαρᾶς. «Ἑάλω ὁ θάνατος θανάτῳ». Ὁ θάνατος τεθανάτωται καὶ ζωὴ πολιτεύεται. Πατήσαμε τὸ πόδι μας στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Ἦλθε ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν. Ὅλα ἀλλάζουν στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.

…..

Στὸ πιὸ μικρὸ παρεκκλήσι τῆς τουρκοκρατίας καὶ στὴν πιὸ μεγάλη ἐκκλησία τῆς αὐτοκρατορίας ἱερουργεῖται ἡ ἴδια θεία Λειτουργία ποὺ προσφέρει στὸν πιστὸ τὸν οὐράνιο ἄρτο, Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ εἰς Πνεύματος Ἁγίου κοινωνίαν, εἰς βασιλείας οὐρανῶν κληρονομίαν.

* * *

Ὅταν κατεβαίνη στὸ κήρυγμα ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779), βρίσκει τὰ πάντα ἀνυπόφορα μπλεγμένα καὶ ἀπολύτως ἁπλᾶ, γιατὶ ξέρει τὶ θέλει νὰ κάνη, σὲ ποιοὺς ἀπευθύνεται καὶ πῶς τὸ πετυχαίνει. Δὲν μιλᾶ ὡς μελλοθάνατος, ἔστω τολμηρός. Μιλᾶ ὡς νεκρὸς καὶ ἀείζωος. Δὲν διατυπώνει σκέψεις ἀλλὰ δίδει ζωή.

Λέει: «ὄχι μόνον δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σᾶς διδάξω, ἀλλὰ μήτε τὰ ποδάρια νὰ σᾶς φιλήσω, διατὶ ὁ καθένας ἀπὸ λόγου σας εἶναι τιμιώτερος ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον». Ἀλλὰ ὁ νεκρὸς ἑαυτός μου «ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ διδάσκη βασιλεῖς καὶ πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, παιδιὰ καὶ κορίτσια, νέους καὶ γέροντας καὶ ὅλον τὸν κόσμον».

Δὲν σχολιάζει τὰ βάσανα ποὺ περνοῦν, οὔτε ἐρεθίζει τοὺς κατακτητὲς ποὺ τοὺς καταπιέζουν. Χαρίζει σὲ ὅλους τὸν Παράδεισο ποὺ ἀπολαμβάνει.

Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σταματήση τὸν νεκρὸ ποὺ μιλᾶ γιὰ ζωή. Ὅλοι θέλουν νὰ ἀκοῦνε αὐτὸν ποὺ ξέρει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι «ὅλος φῶς, ὅλος χαρά, ὅλος εὐσπλαγχνία, ὅλος εὐεργεσία, ὅλος ἀγάπη».

«Ἡ δουλειὰ ἡ ἐδική μου εἶναι ἐδική σας, εἶναι τῆς πίστεώς μας, τοῦ γένους μας». Εἶναι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Τοὺς ἀνεβάζει στὸν οὐρανό, πάνω ἀπὸ αὐτοκρατορίες καὶ τουρκοκρατίες. Τοὺς βάζει στὴ ζωή τους τὸν Χριστό.

Τὸν ἀκοῦνε οἱ ραγιάδες καὶ ζωογονοῦνται. Τὸν ἀκοῦνε οἱ Τοῦρκοι, οἱ Φράγκοι, οἱ Ἑβραῖοι καὶ προβληματίζονται. Τὸν ἀκοῦνε οἱ ὁμιλητὲς καὶ οἱ λογοτέχνες καὶ νοιώθουν βραδύγλωσσοι ποὺ τραυλίζουν.

Εἶναι χειρουργὸς ποὺ κινεῖ τὰ χέρια καὶ τὰ νυστέρια μὲ ἀσυγκράτητη ταχύτητα καὶ ἀπόλυτη ἀκρίβεια. Εἶναι ἀριστοτέχνης τοῦ λόγου, ἐμψυχωτὴς τοῦ ἀνθρώπου, διοργανωτὴς τῆς παιδείας.

Λέει· ἔμαθα ὅτι δὲν εἶστε Ἕλληνες εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι. Γι’ αὐτὸ νὰ ἀνοίξετε σχολεῖα, νὰ μαθαίνουν τὰ παιδιά σας ἑλληνικά, νὰ ξεσκεπάζετε τὰ μυστήρια τῆς πίστεως ποὺ κρύβονται ἐκεῖ. Καὶ ὅποιος μαθαίνει ἑλληνικὰ νὰ τοῦ χαρίζετε τὰ χρέγια.

Αὐτὸ τὸ κήρυγμα ἔγινε μιὰ φορὰ καὶ ἀκούγεται γιὰ πάντα. Σφράγισε τὶς ψυχὲς καὶ τὰ σώματα τῶν ἀκροατῶν, τὴν ἱστορία καὶ τὸν τόπο τους.

Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀπόλαυσι· νὰ πλησιάζης τὸν κόσμο σὰν πεθαμένος καὶ ἀνύπαρκτος. Καὶ νὰ τοὺς γεμίζης τὴν καρδιὰ μὲ τὴ χαρὰ ποὺ ξεπερνᾶ τὸν θάνατο.

* * *

Ὅποιος κηρύττει τὴν ἀλήθεια ποὺ σώζει τὸν κόσμο σταυρώνεται ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ σκότους ποὺ δὲν ἀνέχονται τὴν τῶν πάντων ἐλευθερία καὶ ἑνότητα. Εἶναι γι’ αὐτοὺς ἀπαράδεκτη ἡ παρουσία τοῦ Θεανθρώπου ποὺ τὰ πάντα ὑπομένει γιὰ νὰ σώση ὅλους.

Δὲν θέλουν τὴν ἀγάπη του, οὔτε ὑποφέρουν τὴν ἐλευθερία του, γιατὶ τοὺς ἀκυρώνει τὴν προοπτικὴ τῆς ζωῆς καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν ἀπασχολήσεών τους. Αὐτοὶ θέλουν τὸ καθεστὼς τῆς βαρβαρότητος γιὰ νὰ τρέφωνται ἀπὸ τὶς σφαγὲς τῶν ἀδυνάτων καὶ τὸ πλιάτσικο τῶν ξένων.

* * *

Βρισκόμαστε σὲ μιὰ περίοδο εἰρήνης. Μετὰ ἀπὸ διεθνεῖς συνθῆκες μένουν κάποιες χιλιάδες μουσουλμάνοι στὴ Θράκη. Καὶ ἀντίστοιχα μένουν ἀνάλογες χιλιάδες ὀρθόδοξοι Ρωμηοὶ στὴν Πόλι.

Φτάνομε στὰ «Σεπτεμβριανά» (6η καὶ 7η) τοῦ 1955. Ἐφαρμόζεται ἡ ὀργανωμένη ἐξόντωσι, σὲ λίγες ὧρες, τῶν ὀρθοδόξων Ρωμηῶν. Παρουσιάζεται τὸ κεκρυμμένο πρόσωπο τῆς μανίας ποὺ περιμένει πολὺ γιὰ νὰ δράση μιὰ στιγμή.

Συγκεντρώνονται ἀθόρυβα ἑκατὸ χιλιάδες κακοποιοί. Βγαίνουν ἀπὸ τὶς φυλακὲς εἰκοσιπέντε χιλιάδες ἐγκληματίες.

Ἐξοπλίζονται μὲ ρόπαλα, λοστάρια καὶ τσεκούρια. Ἐξαπολύονται γιὰ τὴν ἐπίθεσι κατὰ ἀπροστάτευτων καὶ ἥσυχων πολιτῶν.

Καλύπτονται ἀπὸ τὰ σώματα ἀσφαλείας. Ξαφνιάζουν ἀνυποψίαστους καὶ νομοταγεῖς ἀνθρώπους ποὺ πρέπει νὰ ἐξαφανισθοῦν ἐπειδὴ ἔχουν διαπράξει τὸ ἔγκλημα νὰ εἶναι γηγενεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί.

Δὲν πρόκειται γιὰ ἐκτροπὴ ἀκραίων στοιχείων ποὺ ξεσποῦν παράφορα (αὐτὸ μπορεῖ νὰ συμβῆ σὲ κάθε κοινωνία) ἀλλὰ γιὰ ἐγκληματικὴ ἐνέργεια ποὺ συλλογικὰ καὶ ἐν ψυχρῷ ὀργανώνεται ἀπὸ τὴν κρατικὴ ἐξουσία.

Σὲ λίγες ὧρες καταστρέφουν 4.348 ἐμπορικὰ καταστήματα, 2.000 σπίτια, 110 ξενοδοχεῖα, 21 ἐργοστάσια, 26 σχολεῖα, 29 φαρμακεῖα, 73 ἐκκλησίες.
Πετοῦν στοὺς δρόμους τὰ ἱερὰ κειμήλια τῆς πίστεως· τὴν περιουσία καὶ τὸν κόπο μιᾶς ζωῆς.

Κανένα τουρκικὸ κατάστημα δὲν θίγεται. Κανένα ἑλληνικὸ δὲν σώζεται. Φανερώνεται τὸ μέγεθος τῆς μοχθηρίας καὶ ἡ ἀκρίβεια τῆς προετοιμασίας. Βεβηλώνουν καὶ γκρεμίζουν ἐκκλησίες.

Βιάζουν γυναῖκες καὶ παιδιά. Ἀφοδεύουν στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Κατασκάβουν τοὺς τάφους τῶν Πατριαρχῶν.

Σκορποῦν στοὺς δρόμους τὰ σώματα τῶν πρὶν ἀπὸ λίγες μέρες κεκοιμημένων. Φανερώνουν ἔνστικτα φρικτῆς μοχθηρίας.

Δὲν ἱκανοποιοῦνται μὲ τὸ νὰ κακοποιήσουν τοὺς ζωνταντούς. Θέλουν νὰ ἐξαφανίσουν τὰ ἴχνη τῶν αὐτοχθόνων κεκοιμημένων.

Αὐτὸ φανερώνει τὸ ἐσωτερικό τους περιεχόμενο καὶ τὸ μέγεθος τῆς διαστροφῆς. Δὲν ὑποφέρουν τὴν εἰρήνη τῆς συμβιώσεως μὲ κάποιους ἄλλους.

Τοὺς εἶναι ἀπαράδεκτη ἡ ζωὴ τῆς ἐλευθερίας καὶ τῆς ἀδελφοσύνης. Στηρίζονται πάνω σὲ δικές τους βάσεις καὶ σχέδια, ποὺ ἐπιβάλλουν τὸν ὁλοκληρωτισμὸ καὶ τὴν ἐξουθένωσι.

Τὸ νὰ θεωρῆς τὸ ἔγκλημα θεία ἐντολή, εἶναι τὸ ἔσχατο κατάντημα τῆς διαστροφῆς. Καὶ τὸ νὰ ἔχη διαμορφώσει αὐτὸ τὸν ἐσωτερικό σου κόσμο, σὲ καθιστᾶ μόνιμο κίνδυνο γιὰ κάθε γείτονά σου. Ἀλλὰ τίποτε δὲν συμβαίνει χωρὶς νόημα.

* * *

Ἡ ἱστορία τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν μπορεῖ νὰ εἶναι γεμάτη ἀνθρώπινα πάθη, διενέξεις πολυχρόνιες καὶ συρράξεις μὲ ἑκατόμβες θυμάτων. Ὅλα ὅμως βρίσκονται μέσα σὲ γνωστὰ πλαίσια. Συνέχεια κάτι γίνεται. Περνᾶ ὁ καιρός. Καταλαγιάζουν τὰ πάθη. Ἠρεμοῦν τὰ πνεύματα. Συνεργάζονται οἱ λαοί.

Οἱ σχέσεις Τουρκίας καὶ Ἑλλάδος εἶναι ἄλλης φύσεως, ἐντάσεως καὶ διαρκείας. Ξεπερνοῦν τὰ συνηθισμένα καὶ εὐκόλως θεραπευόμενα. Ἐδῶ συγκρούονται δύο ξένοι κόσμοι διαφορετικῶν ἀντιλήψεων γιὰ τὸ νόημα καὶ τὴν ἀξία τῆς ζωῆς.

Ὑπάρχει ὅμως ὁ ἰατρὸς τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ποὺ θεραπεύει τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἀνασταίνει τοὺς νεκρούς.

Ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ κατερχόμενος σωτήρας, ὡς καλὸς Σαμαρείτης, ρίχνει ἔλαιον καὶ οἶνον εἰς τὸν περιπεσόντα εἰς τοὺς ληστάς.

Καὶ δὲν παραβλέπει τοὺς ληστὲς ποὺ εἶναι θύματα ληστείας διεστραμμένων δοξασιῶν καὶ ἐπιδιώξεων.

Θεωροῦν ἐπιτυχία νὰ κατασφάζουν τοὺς ἄλλους γιὰ νὰ ἐπιβληθοῦν, χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν ὅτι σκοτώνουν τὸν ἄνθρωπο ποὺ κρύβεται μέσα τους.

Ὁ Θεάνθρωπος θυσιάζεται γιὰ νὰ σώση καὶ αὐτοὺς ποὺ τὸν μισοῦν καὶ τὸν σταυρώνουν.

……..

Ἡ Ἀλήθεια μένει ἔκθετη καὶ κτυπᾶται ἀπὸ ὅλους, τοὺς οἰκείους καὶ τοὺς ξένους. Ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ, ἐνῶ τὴν ἀντιπροσωπεύουν, τὴν ἀγνοοῦν καὶ τὴν προδίδουν. Καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὴν ἀπορρίπτουν καὶ τὴν σταυρώνουν.

Ἐνῶ βρίσκεσαι στὸ καταμεσήμερο ποὺ σὲ τυφλώνει ὁ Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, ἔρχεται ὁ ἄλλος μὲ ἕνα σπαρματσέτο νὰ σὲ θαμπώση μὲ τὴ λάμψι τοῦ «διαφωτισμοῦ». Ἢ θέλει νὰ σὲ ζεματίση μὲ ἕνα κουβᾶ βραστὸ νερό, τὴ στιγμὴ ποὺ ἔρχεσαι ἀπὸ τὸ καμίνι ποὺ λειώνει τὸ ἀτσάλι.

Ἐὰν κάποιος πετᾶ πέτρες γιὰ νὰ σβήση τὸν ἥλιο, δὲν θὰ τὸν παρακαλέσης νὰ μὴν τὸ κάνη ἐπειδὴ ὁ ἥλιος μᾶς χρειάζεται.

Ἡ προπαγάνδα τῶν ὁλοκληρωτισμῶν σὰν βιτριόλι κατακαίει τὴ σύστασι τοῦ νοός. Ὁ σχολαστικισμὸς σὰν ναρκωτικὸ ἀποκοιμίζει τὸ πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὸν καταντᾶ ἐξάρτημα μηχανῆς.

Ἡ ὀργάνωσι τοῦ παντὸς ἐπιτυγχάνεται μὲ τὴν παροχὴ τῆς ἐλευθερίας ἐκ μέρους τοὺ Ἑνὸς νὰ κάνη ὁ καθένας ὅ,τι θέλει.

«Ὁ ἀδικῶν ἀδικησάτω ἔτι, καὶ ὁ ρυπαρὸς ρυπαρευθύτω ἔτι, καὶ ὁ δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι, καὶ ὁ ἅγιος ἁγιασθήτω ἔτι» (Ἀποκ. 22, 11).

Τὸ ἐπικίνδυνα θαυμαστὸ βρίσκεται στὸ μέγεθος τῆς ἀνοχῆς καὶ τοῦ σεβασμοῦ ὅλων. Δὲν ἐμποδίζει ὁ Ἀόρατος τοὺς ἐλεύθερους νὰ ἀνοηταίνουν καὶ νὰ ἀσχημονοῦν παριστάνοντας τοὺς δυνατούς.

Οὔτε ἀφήνει χωρὶς ἐπίσκεψι παρηγοριᾶς τοὺς φυλακισμένους στὰ κάτεργα τοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ. Κρίνει καὶ σώζει ὅλους τὸ φῶς τῆς παρουσίας Του.

Τὸ ὅτι βρισκόμαστε σ’ αὐτὴ τὴν κατάστασι εἶναι φανέρωσι ὅτι ὁ Θεὸς δὲν εἶναι δυνάστης ποὺ δίδει ἐντολὲς ἀλλὰ πατέρας ποὺ ἀγαπᾶ.

Ἡ ἀλήθεια τῆς σωτηρίας δὲν ἐπιβάλλεται ὡς ἐντολὴ ἀλλὰ χαρίζεται ὡς εὐλογία στοὺς ἥρωες τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ὑπομονῆς. Γι’ αὐτὸ ὅλοι εἴμαστε ὑπεύθυνοι γιὰ ὅλα.

Ὁ Ἀναστημένος Χριστὸς κυκλοφορεῖ κεκλεισμένων τῶν θυρῶν παντοῦ καὶ πάντοτε σεβόμενος τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπισκεπτόμενος τοὺς τρομοκρατημένους ποὺ δὲν μποροῦν νὰ μιλήσουν.

* * *

Ἐπειδὴ αὐτοὶ ποὺ μᾶς γέννησαν ἔβαλαν τὸν πῆχυ τῶν ἀπαιτήσεων πολὺ ψηλά, μᾶς χάρισαν δυνατότητες ἀπεριόριστες καὶ μᾶς φόρτωσαν μὲ ὑποχρεώσεις ἀναπόφευκτες. Αὐτοὶ ποὺ δὲν ἀνέχονται τὴν παρουσία μας εἶναι πλάσματα τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔχουν ἀνάγκη ἀπο τὴν ἐλευθερία τοῦ Πνεύματος.

Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανὸς δὲν ἀντιπροσωπεύει μιὰ ἄποψι ἀπὸ τὶς πολλές. Οὔτε στρατεύεται μὲ μιὰ παράταξι τῆς ἱστορίας ποὺ χτυπᾶ κάποιαν ἄλλη. Ἀλλὰ ἀνήκει λειτουργικὰ στὸν Θεάνθρωπο ποὺ τὰ πάντα ὑπομένει γιὰ νὰ σώση ὅλους. Βρίσκεται μέσα στὴ θεουργικὴ μήτρα τῆς Ἐκκλησίας, δι’ ἧς νεουργεῖται ἡ σύμπασα καὶ θεουργεῖται.

Ἡ ἀξία ἑνὸς ἀνθρώπου δὲν ὑπολογίζεται ἀπὸ τὸ πόσα χρόνια ἔζησε ἀλλὰ τί κέρδισε μὲ τὴ ζωή του καὶ τί ἀφήνει φεύγοντας στοὺς ἄλλους ποὺ εἶναι ὁ ἑαυτός του.

Ἡ ἑλληνικὴ χριστιανικὴ Αὐτοκρατορία, ποὺ ὀνομάστηκε Βυζαντινή, δὲν ἀξίζει γιὰ τὰ χίλια χρόνια ποὺ ἔζησε καὶ γιὰ τὴν οἰκουμένη ποὺ περιέλαβε ἀλλὰ γιὰ τὸ ἕνα τέκνο ποὺ ἐγέννησε. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ λειτουργικὴ θεολογία ὡς αὐτοκρατορία τῆς ἀγάπης ποὺ οὐδέποτε ἐκπίπτει (Α΄ Κορ. 13, 8).

Αὐτὴ εἶναι ἡ προσφορά της πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα. Ἡ θεία Λειτουργία προσφέρεται ὑπὲρ τῆς οἰκουμένης. Σαρκοῦται ὁ Θεὸς Λόγος. Συστέλλεται στὸ ἐλάχιστο. Καὶ διαστέλλει στὸ ἀπεριόριστο τὸν ἄνθρωπο.

…..

Οἱ Ἕλληνες θεωροῦσαν ὀμφαλὸ τῆς γῆς τοὺς Δελφούς. Καὶ αὐτὸ τὸν ὀμφαλὸ τὸν μετέφεραν στὸν χῶρο τῆς Ἁγια-Σοφιᾶς.

Αὐτὸ τὸν τόπο τὸν λεηλάτησαν σταυροφορίες τῆς Δύσεως καὶ τῆς Ἀνατολῆς. Εἶναι πεδίο οἰκουμενικῶν διεκδικήσεων καὶ συρράξεων. Καὶ μαρτυρία τῆς τελικῆς ἀπελευθερώσεως καὶ γαλήνης.

Δὲν μιλᾶ μιὰ ἀνθρώπινη ἄποψι. Κυριαρχεῖ μιὰ θεία παρουσία. Ἐνῶ μέσα στοὺς αἰῶνες ἔρχονται τόσοι ξένοι σφετεριστές· ποιός θὰ ἐπικρατήση καὶ πόσο.

Ὑπάρχει ὁ Δεσπόζων τῶν ἐπουρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων ποὺ ρυθμίζει ὡς θέλει τὰ πάντα.

Εἶναι τόσο μεγάλος, ὡς αἰτία καὶ φρουρὰ τοῦ παντός, ποὺ παρουσιάζεται ὡς ἀδύνατος καὶ ἀνύπαρκτος.

Ἄγεται ἀπὸ τὸν Ἄννα στὸν Καϊάφα κρινόμενος ὁ κρίνων τὴν οἰκουμένη. Ψευδῆ πορφύραν περιβάλλεται ὁ ἀναβαλλόμενος τὸ φῶς ὡς ἱμάτιον.

Ὡς τζαμὶ ἢ ὡς μουσεῖο ἐμφανίζεται ἡ Ἁγια-Σοφιά. Καὶ δι’ ὅλων τῶν ἀλλαγῶν φανερώνεται ἀναλλοιώτως αὐτὸ ποὺ εἶναι.

Ἑρμηνεύεται γιατί ὅλοι γυρίζουν γύρω ἀπὸ τὴν σαρκωθεῖσαν τοῦ Θεοῦ Σοφίαν καὶ δύναμιν.

* * *

Τελικὰ ἡ μεγάλη ἰδέα τοῦ Γένους μας εἶναι ἡ μεγάλη ἰδέα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Δὲν εἶναι ἡ κατάληψι ἑνὸς γεωγραφικοῦ τόπου ἀλλὰ ἡ ἀνάληψι σὲ μιὰ λειτουργικὴ ἐλευθερία.

Σκοπὸς εἶναι νὰ σωθῆ ὁ ἄνθρωπος. Νὰ νικήσουν ὅλοι. Νὰ μὴν μείνη κανεὶς νεκρὸς ἐπὶ μνήματος.

Νὰ φωτισθοῦν τὰ σύμπαντα. Νὰ βασιλεύση ἡ ζωή. Νὰ δέχεται ὁ ἄνθρωπος μιὰ στιγμὴ τὴν αἰωνιότητα, καὶ μὲ ἕνα ἅγιο Μαργαρίτη ὅλο τὸν Παράδεισο, εἰς Πνεύματος Ἁγίου κοινωνίαν, εἰς βασιλείας οὐρανῶν κληρονομίαν. Αὐτὸ δὲν τὸ πετυχαίνει ἄνθρωπος ἀλλὰ τὸ δωρίζει ὁ Θεάνθρωπος ποὺ τὰ πάντα ὑπομένει γιὰ νὰ σώση ὅλους.

Σταματᾶ ἡ ταραχὴ τοῦ πολέμου καὶ τῆς διαμάχης ποὺ ἄλλους ἀναδεικνύει δούλους καὶ ἄλλους ἐλεύθερους. Παραδίδονται τὰ σκῆπτρα τῆς ἀδιαδόχου βασιλείας σὲ ἕνα παιδί· «παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός».

Δὲν ὑπάρχουν πιὰ νικητὲς καὶ νικημένοι. Ὅλοι εἶναι νικητὲς γιατὶ ζωή, νίκη καὶ χαρὰ εἶναι τὸ παιχνίδι ποὺ δὲν σταματᾶ. «Ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματ. 18, 3).

Ἐκεῖ καταλήγει ἡ ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Καὶ δὲν μᾶς ὑπόσχεται ἀλλὰ μᾶς χαρίζει ἀπὸ τώρα τὰ μέλλοντα Χριστὸς ὁ ἀληθινὸς Θεὸς ἡμῶν, οὗ τὸ κράτος καὶ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Ἅγιο Ὄρος, 7 Μαρτίου 2021

 

Πηγή: π. Βασίλειος Γοντικάκης, agiazoni.gr