Τὰ σπλάχνα τοῦ Ἀγαθοῦ δὲν τὰ παρακίνησε γιὰ νὰ τιμωρήσουνε ὅσους
τὸν ἀρνήθηκαν
Προοίμιο
Προφήτη, ποὺ προβλέπεις
τὶς μεγαλουργίες τοῦ Θεοῦ μας,
Ἠλία μεγαλώνυμε,
ποὺ μὲ προσταγή σου σταμάτησες
τὰ νεροστάλαχτα νέφη,
μεσίτευε γιὰ ἐμᾶς
στὸν μόνο φιλάνθρωπο.
Οἶκος 1.
Τὴν πολλὴ τῶν ἀνθρώπων ἁμαρτία
καὶ τὴν πολλὴ τοῦ Θεοῦ φιλανθρωπία
παρατήρησε ὁ προφήτης
κι ἐταράχτηκε ὁ Ἠλίας κι ἐθύμωσε
καὶ λόγια μ’ ἀσπλαχνία
ὕψωσε στὸν Εὔσπλαχνο,
καὶ εἶπε, ὀργίσου τώρα
μ’ αὐτοὺς ποὺ σ’ ἀπαρνήθηκαν,
κριτὴ δικαιότατε.
Ἀλλὰ τὰ σπλάχνα τοῦ Ἀγαθοῦ
δὲν τὰ παρακίνησε
γιὰ νὰ τιμωρήσουνε
ὅσους τὸν ἀρνήθηκαν,
γιατὶ ὅλους σὲ μετάνοια
πάντοτε περιμένει
ὁ μόνος φιλάνθρωπος.
Οἶκος 2.
Ὅταν ὅλη τὴ γῆ μὲς σ’ ἁμαρτίες
τὴν ἀγνάντεψε τότε ὁ προφήτης
καὶ τὸν Ὕψιστο, μὰ καθόλου
νὰ μὴν ὀργίζεται, ἀλλὰ ν’ ἀνέχεται,
τὸν κυρίεψε μανία
καὶ παίρνει μάρτυρα τὸν Εὔσπλαχνο:
Ἐγὼ θ’ ἀποφασίσω
νὰ χτυπήσω τὴν ἀσέβεια
ὅσων σ’ ἐξοργίζουνε.
Ἀπ’ τὴν πολλή σου ὑπομονὴ
ὅλοι αὐτοὶ σὲ καταφρόνησαν
καὶ δὲν σὲ ὑπολόγισαν,
πατέρα σπλαχνικέ.
Κι ἐσύ, καθὼς φιλότεκνος,
λυπᾶσαι τοὺς γιούς σου
μόνε φιλάνθρωπε.
Οἶκος 10.
Ἡ πολλή σου, τοῦ λέει,
φιλοθεΐα,
―ὁ Θεὸς στὸν Ἠλία ἐξηγεῖ―
μὴ σοῦ φέρη μισάνθρωπη
διάθεση, μὰ κύττα τοὺς κόρακες.
Αὐτοὶ γιὰ τὰ δικά τους
μικρὰ εἶναι μισότεκνοι,
κι αἴφνης, καθὼς τὸ βλέπεις,
γιὰ ἐσὲ εἶναι φιλότιμοι
κι ἀλλάξανε τώρα.
Ὑπηρέτες ἔγιναν
τῆς δικῆς μου εὐσπλαχνίας,
καὶ νὰ φᾶς σοῦ προσφέρουνε.
Κι ὅπως βλέπω, δὲν δύναμαι
νὰ σὲ πιέσω
ν’ ἄλλαζες γνώμη
γιὰ τοὺς ἀνθρώπους,
σὰ μόνος φιλάνθρωπος.
Οἶκος 25.
Ἄκου λοιπόν, προφήτη,
μὴ διστάζης,
διότι προσπαθῶ καλὰ νὰ μάθης
πὼς γιὰ συμβόλαιο εὐσπλαχνίας
ὅλοι μ’ ἔχουν οἱ ἄνθρωποι,
καὶ σ’ αὐτὸ συμφώνησα
πὼς δὲ θέλω νὰ ἰδῶ τὸ θάνατο
τῶν παραστρατημένων,
ἀλλὰ τὴ ζωή τους πιὸ πολύ.
Γι’ αὐτὸ νὰ μὴ μὲ βγάλης
ψεύτη μπροστὰ σ’ αὐτούς,
κι ἂς δεχτῆς τὰ παρακάλια μου,
σὲ σένα μεσιτεύω.
Ἐσὲ μόνο τὰ δάκρυα
τῆς χήρας σὲ συντάραξαν,
ὅμως ἐγὼ γιὰ ὅλους εἶμαι φιλάνθρωπος.
Οἶκος 26.
Νοῦ καὶ ψυχὴ κι αὐτιὰ ἀνοίγει
στὰ λόγια τοῦ Ὑψίστου ὁ Ἠλίας
καὶ ὑπόταξε τὴν ψυχὴ
καὶ μὲ τὰ λόγια του τὴν ὀμόρφυνε
καὶ εἶπε: ἂς γίνη
τὸ θέλημά σου, Δέσποτα,
καὶ τὴ βροχὴ ἂς δώσης
καὶ ζωὴ σ’ αὐτὸν ποὺ πέθανε,
ζωογόνησε τὰ σύμπαντα,
ἀφοῦ ζωὴ εἶσαι σὺ ὁ Θεὸς
καὶ ἀνάσταση καὶ λύτρωση.
Δῶσε τὴ χάρη σου
σὲ ἀνθρώπους καὶ σὲ ζῶα,
ἐσὺ μονάχα τὸ μπορεῖς
τὰ πάντα νὰ γλυτώνης,
μόνε φιλάνθρωπε.
Οἶκος 30.
Ἦταν πολὺς καιρὸς ποὖχε περάσει
κι ἔβλεπε ὁ Ἠλίας τὴν κακία
τῶν ἀνθρώπων κι ἐσκέφτηκε
βαρύτερη νὰ βάλη τιμωρία.
Βλέποντάς το ὁ Οἰκτίρμων
στὸν προφήτη ἀποκρίθηκε:
τὸ ζῆλο αὐτὸν ποὺ ἔχεις
γιὰ δικαιοσύνη, τὸν ξέρω
καὶ τὴν πρόθεσή σου τὴν ἔμαθα,
ἀλλὰ συμπάσχω μὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς
ὅταν τιμωροῦνται χωρὶς μέτρο.
Θυμώνεις σὰν ἄμεμπτος
καὶ δὲν μπορεῖς νὰ ὑποφέρης.
Μὰ ἐγὼ δὲν ἀνέχομαι
κανένας νὰ χαθῆ
σὰν μόνος φιλάνθρωπος.
Οἶκος 32.
Ἐὰν δὲν μπορῆς, καθὼς εἶπα, προφήτη,
μὲ τοὺς ἀνθρώπους νὰ μένης ποὺ ἁμαρτάνουν,
ἐμπρός, νὰ πᾶς νὰ κατοικῆς
σ’ ἀναμάρτητους τόπους χαρούμενος.
Καὶ κατεβαίνω ἐγώ,
ποὺ μπορῶ τὸ πρόβατο
τὸ παραπλανημένο
νὰ κρατῶ στοὺς ὤμους μου,
φωνάζοντας στοὺς σφάλλοντες:
τρεχᾶτε ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί,
κοντά μου ἐλᾶτε, γαληνεῦτε,
γιατί ἐγὼ δὲν ἦρθα
νὰ τιμωρήσω αὐτοὺς ποὺ ἔπλασα,
ἀλλὰ ὅσους ἁμάρτησαν
ν’ ἁρπάξω ἀπ’ τὴν ἀσέβεια,
σὰν μόνος φιλάνθρωπος.
Πηγή: Ρωμανός Μελωδός σε απόδοση Π.Α. Σινόπουλου, neoplanodion.gr