Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός

Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός 


Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός Στὶς 30 Μαΐου 1826 ἐκοιμήθη στὸ Ναύπλιο ὁ μέγας ἐθνεγέρτης καὶ ἐλευθερωτὴς τῆς πατρίδος μας μητροπολίτης Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός, ὁ ἐκ Δημητσάνης καταγόμενος. Τοῦ ὁποίου τὰ λείψανα ἀναπαύονται στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τὴ Δημητσάνα, στὴν ὁποίαν καὶ ἐγεννήθη στὰ 1771, 25 Μαρτίου, ποὺ συνέπιπτε μὲ τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Ἦτο ἕνα παιδὶ χαριτωμένο. Μὲ πολλὰ προσόντα καὶ εὐλογίες τ’ οὐρανοῦ. Σπούδασε στὴν πατρίδα του, ἔμαθε καλὰ καὶ πολλὰ γράμματα, ἀπέκτησε καὶ χαρακτῆρα, ἦταν σοφός, συνετός, φρόνιμος, ἔξυπνος, μεγαλοπρεπής, —μὲ τὴν καλὴ ἔννοια— μεγαλόψυχος, συγχωρητικός, καὶ προπαντὸς ἄνθρωπος θυσίας, ἀγάπης καὶ προσφορᾶς. Ἦλθε στὸ Ναύπλιο, ποὺ ἦταν ἐκεῖ ὁ συμπατριώτης του Ἰάκωβος Πετράκης, μητροπολίτης στὸ Ἄργος. Ἔμεινε γιὰ λίγο ἐκεῖ.

Καὶ στὴ συνέχεια πῆγε ὁ Γερμανός, ὁ Γεώργιος Κόζιας, στὴ Σμύρνη, ὅπου ἦταν μητροπολίτης, ποῖος λέτε; Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Ε΄. Ὁ συμπατριώτης καὶ φίλος του. Κι ἔμεινε κοντά του. Κι ὅταν πῆγε στὴν Πόλη, ὡς πατριάρχης, στὰ 1797 ὁ Γρηγόριος, τὸν ἀκολούθησε κι ὁ Γερμανός, ποὺ ἔγινε κληρικὸς καὶ διάκονος, καὶ τὸν ἀκολουθοῦσε καὶ τοῦ ἦταν πολὺ δικὸς ἄνθρωπος. Καὶ συμμερίσθηκε ὅλα τὰ δεινὰ τοῦ πατριάρχη, ὅλες τὶς περιπέτειες, ἀλλὰ καὶ ὅλες τὶς χαρές. Τὸν εἶχε δεξὶ χέρι. Ἦταν ἡ ἀνάσα του καὶ ἡ ἀναπνοή του. Καὶ στὰ 1806, ἐξελέγη κι ἐχειροτονήθη μητροπολίτης Παλαιῶν Πατρῶν, ἐνῷ ὁ Γρηγόριος ἦτο ἐξόριστος. Ἦλθε, λοιπόν, στὴν Πάτρα. Εἰς τὰς Πάτρας. Ἐκεῖ ἔδωσε ρέστα ὁ Γερμανός. Ἦτο ἀξιοσέβαστος καὶ ἀγαπημένος, ἀπὸ χριστιανούς, ἀπὸ Τούρκους κι ἀπὸ ξένους. Ἤξερε νὰ φέρεται, κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο. Καὶ νὰ προσφέρεται. Ἦταν δὲ ταπεινὸς καὶ σώφρων. Κι εἶχε κερδίσει ὅλους.

Κι ὅταν ἤρχετο ἀπὸ τὴν Πόλη, ποὺ ἐπήγαινε ὡς Συνοδικός, βγαῖναν νὰ τὸν προϋπαντήσουν μὲ καράβια καὶ βαρκοῦλες καὶ καραβάκια ὄχι μόνο χριστιανοί, ἀλλὰ καὶ μουσουλμάνοι καὶ ξένοι. Καὶ Τούρκισσες, μὲ τὰ παιδάκια στὰ χέρια. Μὲ τὰ μωρά τους. Ν’ ἀπαντήσουν τὸν πατέρα τους. Τὸν πατέρα τους! Μπῆκε στὰ 1818 στὰ μυστικὰ τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας. Κι ἔγινε ἡ ψυχὴ τῆς Ἐπαναστάσεως. Κρατοῦσε στὰ χέρια του ὅλη τὴν Πελοπόννησο καὶ ὅλη τὴν Ἐπανάσταση. Ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός, ποὺ εὐλόγησε τὰ ὅπλα τὰ ἱερά, τὴ σημαία τῆς Ἐπαναστάσεως, καὶ τὴν ἐστήριξε, ὅσο λίγοι. Καὶ πράγματι, στὴν Ἐπανάσταση, τὰ ἔδωσε ὅλα. Εὐλόγησε τὰ ὅπλα, εὐλόγησε τοὺς ἀγωνιστάς, ἔγραψε αὐτοὺς ποὺ πέθαιναν “ὑπὲρ πίστεως” τοὺς ἔγραψε καὶ “ὑπὲρ πατρίδος”. Ὅποιος πεθαίνει “ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος”, πάει, λέει, στὸν Παράδεισο. Γι’ αὐτὸ καὶ μέχρι σήμερα μνημονεύουμε “ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος.” Κι ἐκεῖνος τὸ ἀκολούθησε ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο. Ποὺ λίγο πρὶν τὴν Ἅλωση, μάζεψε τοὺς ὑπερασπιστὰς καὶ τοὺς εἶπε, ὁ ἔνδοξος ἐκεῖνος βασιλεύς, καὶ τοὺς εἶπε: “Θὰ ἀγωνιστοῦμε ὑπὲρ πίστεως Χριστοῦ καὶ ὑπὲρ πατρίδος.”

Ἔτσι, λοιπόν, καὶ ὁ Γερμανὸς στάθηκε μέγας κατὰ τὴν Ἐπανάσταση. Καὶ τοῦ ὀφείλουμε πολλά. Πάμπολλα. Ὅσα σὲ λίγους. Καὶ ὅταν ἄρχισαν νὰ μαλώνουν οἱ κλεφταρματωλοὶ μὲ τοὺς πολιτικούς, ἐκεῖνος τοὺς κρατοῦσε καὶ τοὺς δυό, τὶς δυὸ παρατάξεις, δηλαδή, στὰ χέρια του. Κι ὅταν ἔβρισαν τὸν μεγάλο Κολοκοτρώνη οἱ πολιτικοὶ κι ἐκεῖνος ἀπελπισμένος δὲν ἤξερε τί νὰ κάνει, ἔρχεται ἀπὸ τὴν Πάτρα ὁ περίφημος καὶ περίπυστος Γερμανός, τοῦ ζητάει συγγνώμη καὶ τὸν ἔπεισε, νὰ συνεχίσει τὸν μεγάλο ἀγῶνα. Καὶ τότε, ὁ Κολοκοτρώνης ἔκαμε τὸ θαῦμα τῆς Ἐπαναστάσεως: Τὴν καταστροφὴ τοῦ Δράμαλη. Ἠθικὸς ὑπαίτιος αὐτῆς τῆς καταστροφῆς ἦταν ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανός.



Πηγή: π. Ανανίας Κουστένης