O γνωστός οικονόμος της Σκιάθου αείμνηστος π. Γεώργιος Ρήγας σε επιστολή του προς τον εκδότη Ηλ. Δικαίο έγραψε για τα χριστιανικά τέλη του κυρ-Αλεξάνδρου. Ζήτησε να προσέλθει ο ιερεὺς της Σκιάθου παπα-Ανδρέας Μπούρας και οι αδελφές του ζήτησαν να πάει μαζί στο σπίτι κι ο γιατρός. Διηγείται λοιπόν ο π. Γεώργιος Ρήγας:

Κύριε Ιησού, τότε ο Σαούλ σε έκαμε και έχασες για λίγο την υπομονή Σου. Και του έδωκες ένα ταρακούνημα, τέτοιο που δεν μπόρεσε ποτέ να το ξεχάσει. Βέβαια, και ο Σαούλ, δεν εξαναγκάστηκε να Σε ακολουθήσει! Θα μπορούσε, αν το είχε θελήσει, να συνεχίσει να σου λέει το ΟΧΙ του. Αλλά μετά από εκείνο το ταρακούνημα, που του έκαμες, χρειάστηκε να το σκεφθεί καλά! Και το σκέφτηκε!... (Διαβάστε όλο το κείμενο)
Εις το όνομα του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Σε ένα από τα κείμενα της Αγίας Γραφής αναφέρεται ότι μέχρι πριν από την έλευση του Κυρίου η ανθρωπότητα είχε παρακμάσει στο πέρασμα των αιώνων, δεδομένου ότι ο άνθρωπος είχε χάσει την επαφή του με το Θεό και η κοινωνία μεταξύ Θεού και ανθρώπων είχε καταστεί αμυδρή. Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει άτι στο εξής (μετά την Ανάσταση του Κυρίου), ολόκληρη η δημιουργία προσμένει με λαχτάρα την τελική έλευση και αποκάλυψη του Υιού τού Θεού στον κόσμο κατά τη Δευτέρα Παρουσία, προσμένει δηλαδή τι στιγμή που ο άνθρωπος θα έχει γίνει πραγματικά άνθρωπος με πληρότητα, με όλη την ομορφιά και τη δόξα που περικλείει αυτή η αποστολή του... (Διαβάστε όλο το κείμενο)
Η φάτνη βρίσκεται στο κέντρο της εικόνας μέσα σε ένα μαύρο και σκοτεινό τριγωνικό σπήλαιο. Το Ευαγγέλιο, όπως είναι γνωστό, δεν λέει τίποτε για σπήλαιο, μας πληροφορεί όμως γι' αυτό η Παράδοση, και μάλιστα η αρχαία. Ο άγιος Ιουστίνος, ο φιλόσοφος και μάρτυρας λέει: «Μη έχοντας ό Ιωσήφ που να κατοικήσει σ' εκείνη την πολίχνη, εγκαταστάθηκε σε μια σπηλιά όχι πολύ μακρυά από τη Βηθλεέμ». Το σκοτεινό χρώμα του σπηλαίου δεν μπαίνει τυχαία εκεί. Δείχνει τη σκοτεινιά του προχριστιανικού κόσμου, μέσα στον οποίον λάμπει το κατάλευκο σπαργανωμένο Βρέφος φωτίζοντας τον... (Διαβάστε όλο το κείμενο)
Κάποτε στην κοιλιά μιας μητέρας έγινε η σύλληψη διδύμων αγοριών. Οι εβδομάδες περνούσαν, τα αγόρια αναπτύσσονταν. Ωριμάζοντας όλο και περισσότερο, μεγάλωνε η χαρά, η αγαλλίαση... Ενθουσιασμένα έλεγαν μεταξύ τους:
-Πες, δεν είναι η σύλληψή μας κάτι το μεγαλειώδες; Δεν είναι υπέροχο που ζούμε;
Τα δίδυμα άρχισαν να ανακαλύπτουν τον κόσμο τους. Όταν βρήκαν το «λουρί» που τους ένωνε με τη μητέρα τους και έπαιρναν την τροφή, τραγουδούσαν χαρούμενα:..(Διαβάστε όλο το κείμενο)