13/09/2012, "Κλήρος και Λαός στη Θεία Ευχαριστία", του Δημήτρη Μαυρόπουλου

Κλήρος καί λαός στή θεία Ευχαριστία
         του Δημήτρη Μαυρόπουλου



Για να καταλάβουμε τί είναι ό επίσκοπος, δηλαδή τί είναι ίερωσύνη, τί σημαίνει κλήρος καί τί σημαίνει λαός, πρέπει νά ξαναδοϋμε λίγο τί είναι αυτό πού γίνε­ται στή θεία Ευχαριστία.
Κάθε Κυριακή, όταν πηγαίνουμε στή θεία Λειτουργία, κατ' ουσίαν πηγαίνουμε στή θεία Ευχαριστία γιά νά τελέσουμε τήν πράξη πού μάς παρέδωσε ό Χριστός νά έπαναλαμβάνομε, μιά πράξη πού τήν τέλεσε ό ίδιος στόν Μυστικό Δείπνο ώς μία ευχαριστία πρός τόν Πατέρα καί τήν διευκρίνισε μέ τήν αρχιερατική του προσευχή, όπως διασώζεται στό Κατά Ίωάννην ευαγγέλιο. Ή διαφορά τής θείας Ευχαριστίας από τόν Μυστικό Δείπνο είναι ότι έν τώ μεταξύ έχει μεσολαβήσει ή Ανάσταση καί ή Ανάληψη. Γι' αυτό στή θεία Λειτουργία όλες οί προσευχές απευθύνονται πρός τόν Πατέρα. Δέν απευθύνονται πρός τόν Υίό, αφοϋ ό Υίός είναι πού ανάγει τή δημιουρ­γία στόν Πατέρα. (Ή μόνη προσευχή πού είναι πρός τόν Χριστό στή θεία Λειτουρ­γία είναι ή προσευχή τοϋ ιερέα, κατά τή διάρκεια τοϋ χερουβικοϋ ύμνου, μέ τήν όποία ζητάει από τόν Χριστό τή δύναμη νά τελέσει τήν Ευχαριστία έν όνόματί του).
Ποιος είναι αυτός πού προσεύχεται στή θεία Ευχαριστία; Ή απάντηση είναι ότι στή θεία Ευχαριστία προσεύχεται ό Χριστός, δέν προσευχόμαστε έμείς. Ή Εκκλη­σία δέν είμαστε έμείς. Ή Εκκλησία δέν έχει «'Εγώ». Ταυτότητα τής Εκκλησίας είναι ό Χριστός. Ό Χριστός λοιπόν προσεύχεται πρός τόν Πατέρα. 'Αλλά αυτός ό Χριστός πού προσεύχεται είναι σεσαρκωμένος Χριστός. Ό Χριστός έχει γίνει πραγ­ματικά άνθρωπος. Είναι καί άνθρωπος. "Εχει πραγματικά ανθρώπινη φύση, καί μάλιστα όλόκληρη τήν ανθρώπινη φύση. Δηλαδή στό πρόσωπο του υπάρχει όλόκλη-ρη ή φύση τοϋ καθενός μας. Ό Χριστός είναι συγχρόνως καί ό καθένας μας, είμα­στε όλοι μας. Αυτός λοιπόν ό Χριστός πού προσεύχεται πρός τόν Πατέρα ανάγει αυτήν τήν ανθρώπινη φύση -καί ό,τι ή ανθρώπινη φύση συνεπάγεται, δηλαδή όλη τήν κτίση- πρός τόν Πατέρα. Επομένως ή θεία Λειτουργία είναι προσφορά τοϋ Χριστοϋ πρός τόν Πατέρα.
"Ομως ό Χριστός είναι αόρατος. Όρατός είναι αυτός πού βρίσκεται στόν τόπο τοϋ Χριστοϋ καί είναι ό τύπος τοϋ Χριστοϋ. "Η, κατά τήν έκφραση πού βασίζεται στή θεολογία τοϋ αγίου 'Ιγνατίου (2ος αί.), «ό είς τόπον καί τύπον Χριστοϋ ευρι­σκόμενος» έπίσκοπος1. "Οταν ό έπίσκοπος προσεύχεται έν ονόματι τοϋ συναγμέ­νου λαοϋ, δέν προσεύχεται ώς άνθρωπος, προσεύχεται ώς Χριστός. Αυτό υπογραμ­μίζει όταν, στήν αρχή τής ευχαριστιακής προσευχής, ξεκινάει μέ τή φράση «σύ ει ό προσφέρων καί προσφερόμενος». Ό προσφέρων, αυτός πού προσφέρει τά δωρα, είσαι έσύ, ό Χριστός. Καί έπειδή είσαι έσύ, ό Χριστός, μπορω έγώ νά προσφέρω ώς Χριστός. Αυτό πρέπει νά τό ξεκαθαρίσουμε. Στή θεία Ευχαριστία -καί τονίζω ότι δέν μιλάω γιά άλλες ακολουθίες ή γιά άλλες προσευχές- ή προσευχή είναι αναγω­γή τοϋ κτιστοϋ στό άκτιστο. Τήν αναγωγή τήν κάνει τό άκτιστο, δέν τήν κάνει τό κτιστό. Τήν κάνει ό ΪΙός, ό σεσαρκωμένος ΪΙός, ό ένανθρωπήσας ΪΙός. Αυτός ό ΪΙός, διά τοϋ έπισκόπου, προσφέρει τήν κτίση, σύμπασα τήν κτίση, στόν Πατέρα. Προσφέρει τήν κτίση, δηλαδή προσφέρει όλους μας, προσφέρει τή σάρκα του, τόν εαυτό του, ψωμί καί κρασί, όπως έχει όρίσει ό ίδιος ό ΪΙός, τά προσφέρει όλα στόν Πατέρα. Καί έτσι πραγματοποιείται αυτό πού λέμε «Δευτέρα Παρουσία», αυτό πού λέμε «Βασιλεία τοϋ Θεοϋ», αυτό πού λέμε «γαμήλιο δείπνο» τής Δευτέρας Παρουσίας, αυτό πού λέμε «γάμοι τοϋ βασιλέως», όπως τό έχει προδιατυπώσει ό ίδιος ό Χριστός στίς παραβολές του ή στίς εικόνες πού έχει στή διδασκαλία του.
Πως πραγματοποιοϋνται όλα αυτά; Ό Πατέρας στέλνει πίσω αυτά τά δωρα πού τοϋ προσέφερε ό ΪΙός, κι έτσι ενώνει σύμπασα τήν κτίση μέ τά τρία πρόσωπα τής θεότητας. Θεώνεται ή κτίση διά των δώρων αυτων των συγκεκριμένων. Αυτό δηλώ­νεται ρητά στή θεία Λειτουργία: «όπως ό φιλάνθρωπος Θεός ήμων, ό προσδεξάμε-νος αυτά [τά προσκομισθέντα καί άγιασθέντα τίμια δωρα] [...] αντικαταπέμψη ήμίν τήν θείαν χάριν καί τήν δωρεάν τοϋ Αγίου Πνεύματος». Υπάρχει μία πέμψις καί μία αντικατάπεμψις. Τήν πέμψη τήν κάνει ό ΪΙός πρός τόν Πατέρα. Τήν αντικατά-πεμψη τήν κάνει ό Πατέρας πρός τόν ΪΙό. Άλλά ό ΪΙός είναι σεσαρκωμένος. Κι ό Πατέρας αντικαταπέμπει τά δωρα σέ αυτό πού είναι ό ΪΙός, δηλαδή στόν άνθρω­πο, δηλαδή στόν καθένα μας. Καί γι' αυτό, όταν τρωμε από τό ψωμί αυτό καί πί­νουμε από τό κρασί αυτό, μιλάμε γιά «κοινωνία». "Οταν λέμε «κοινωνία» έννοοϋμε «κοινωνία θεώσεως». Γινόμαστε έκείνη τή στιγμή «θείον σωμα». Μπορεί νά έκπέ-σουμε αυτής τής θεώσεως μόλις φύγουμε από τό τραπέζι τής Ευχαριστίας. Μπορεί νά λαχταρήσουμε νά ξαναπάμε σ' αυτήν τήν κοινωνία θεώσεως, όταν ετοιμαζόμα­στε νά πάμε στό τραπέζι τής θείας Ευχαριστίας. 'Αλλά αυτή ή θέωση πραγματο­ποιείται. Μέσα σ' αυτήν τήν Ευχαριστία είμαστε όλοι άγιοι. Τά άγια δωρα μεταδί­δονται σέ άγίους. Είμαστε όλοι άγιοι, γιατί είναι άγιος αυτός πού τά προσφέρει, παίρνοντάς τα από έμάς καί δίδοντάς τα πάλι σ' έμάς.
Ό Χριστός διά τής αναλήψεώς του υπάρχει πάντα είς τά δεξιά τοϋ Πατρός. 'Ως ΪΙός τοϋ Πατρός δέν απέστη ποτέ τής κοινωνίας του μέ τόν Πατέρα, αλλά αυτή ή ανάληψη είναι ή έπιστροφή αυτοϋ τοϋ ΪΙοϋ ένανθρωπισμένου. Στήν ανάληψη ή ανθρώπινη φύση δικαιώνεται ένώπιον τοϋ Θεοϋ. Τί θά πεί δικαιώνεται; Ή ανθρώ­πινη φύση αποκτά αυτό πού είναι. 'Αποκτά τήν κατά φύσιν πραγματικότητά της. "Ενας άνθρωπος πραγματοποιεί είς τό διηνεκές τήν κατά φύσιν πραγματικότητα τοϋ ανθρώπου, αυτό πού πραγματικά είναι ό άνθρωπος. Ό άνθρωπος αυτός είναι σάν κι έμάς, ενας από έμάς, αλλά αυτό πού πέτυχε δέν τό πέτυχε ό ίδιος· τοϋ χα­ρίστηκε διά τής κενώσεως τής θεότητος. Είναι ό άνθρωπος πού λέγεται 'Εμμανου­ήλ, αλλά πού είναι ενωμένος μέ τόν Υίό τοϋ Πατρός. Θά μποροϋσε νά πεί κανείς: αφοϋ ενας μέσα στήν ίστορία τό πέτυχε, μπορώ νά τό πετύχω κι έγώ. Αυτή ή δια­τύπωση είναι λογική καί στέκει. Πράγματι μπορώ νά τό πετύχω κι έγώ. "Αν κατορ­θώσω όχι νά φτάσω έγώ νά ενωθώ μέ τή θεότητα, αλλά νά προετοιμάσω τόν εαυ­τό μου νά αποδεχτεί αυτή τήν κένωση. Νά έπαναληφθεί δηλαδή τό μυστήριον τής γεννήσεως τοϋ Υίοϋ έντός μου.
Ή πείρα τών Πατέρων μάς λέει τά εξής: Πρώτα πρώτα νά ένταχθοϋμε σ' αυτήν τήν προοπτική. Αυτή είναι ή πρώτη πράξη μας. Γιά νά ένταχθοϋμε ας ξεχάσουμε τήν πρώτη μας γέννηση καί ας ξαναγεννηθοϋμε δεύτερη φορά. (Θυμηθείτε τόν διά­λογο τοϋ 'Ιησοϋ μέ τόν Νικόδημο - «έάν δέν γεννηθείς ανωθεν»2). Βαπτιζόμαστε λοιπόν. Σφραγιζόμαστε διά τής βαπτίσεως. Εντασσόμαστε σέ μία νέα προοπτική. Μποροϋμε νά ποϋμε ότι έντασσόμαστε σέ μία νέα κοινωνία, σέ μία νέα αδελφότη­τα, σέ μία νέα κοινότητα - κατ' ουσίαν πρόκειται γιά μιά νέα προοπτική. Ή πρώ­τη προοπτική ήταν προοπτική θανάτου. Μάς γέννησε ή μάνα μας γιά νά πεθάνου­με. Ή δεύτερη προοπτική είναι προοπτική ζωής. Μάς γεννάει ή Εκκλησία γιά νά ζήσουμε. "Ας κάνουμε λοιπόν αυτή τήν πρώτη κίνηση, νά βαπτιστοϋμε. Βαπτιζόμε-νοι έντασσόμαστε σέ αυτή τήν προοπτική, καί μαζί μέ όσους αλλους έχουν βαπτι­στεί φτιάχνουμε μία κοινότητα. Αυτή ή κοινότητα αποτελεί ενα σώμα. Αυτό τό σώμα συνάζεται σέ ενα όνομα, σέ μία αναφορά. Δέν συνάζεται τυχαίως, ουτε γιά νά κάνουμε παρέα μεταξύ μας. Συνάζεται «έν ονόματι», έν ονόματι τοϋ Χριστοϋ. "Ετσι αυτό τό σώμα γίνεται σώμα Χριστοϋ. Ό ίδιος ό Χριστός δέν μπορεί νά υπάρ­χει χωρίς τό σώμα του. Ό Χριστός είναι ή κεφαλή αυτοϋ τοϋ σώματος, αλλά χωρίς τό σώμα δέν μπορεί νά υπάρξει. Θά μοϋ πείτε ίσως ότι είμαστε ανάξιοι νά αποτε­λέσουμε τό σώμα τοϋ Χριστοϋ. Θά απαντοϋσα ότι έμείς ίσως πράγματι είμαστε ανάξιοι, υπάρχει όμως τό σώμα τών αγίων. Κι ό Χριστός βρίσκεται πάντα έπικε-φαλής ενός σώματος αγίων. Γι' αυτό ή αγιότητα, ή παρουσία τών αγίων μέσα στήν ίστορία, δέν είναι θέμα απλώς τιμής μερικών ήρωικών προσώπων, μερικών καλών καί αγαθών καί ένάρετων προσώπων, είναι ζήτημα δικαιώσεως τής ανθρώπινης ίστορίας. Ή ανθρώπινη ίστορία είναι δικαιωμένη, έπειδή υπάρχει τό σώμα τών αγίων, ξεκινώντας από τήν Παναγία καί περνώντας στούς αλλους αγίους. Μέ αυτό τό σώμα ό Χριστός είναι παρών καί στήν ευχαριστιακή σύναξη. Στή θεία Ευχαρι­στία προσεύχεται βέβαια ό Υίός πρός τόν Πατέρα του, αλλά δέν προσεύχεται μό­νος του. Προσεύχεται ώς κεφαλή ενός σώματος, ενός σώματος ανθρώπων πού γεν­νήθηκαν από έμάς, τούς ανθρώπους, καί βρίσκονται σέ όδοιπορία πρός τή θέωση -μιά διηνεκή σχέση μέ τό ακτιστο, μέ τόν Θεό. Αυτοί είναι οί αγιοι. 'Επειδή υπάρ­χει αυτό τό σώμα τών αγίων, μάς χαρίζεται τό νά είμαστε αγιοι καί έμείς. Ενωνό­μαστε καί έμείς στό σώμα αυτών τών αγίων. Μπορεί όχι είς τό διηνεκές. 'Αλλά τό ζητούμενο είναι νά φτάσουμε στήν κατάσταση αυτής τής αγιότητας.
"Αν λοιπόν οί Πατέρες μάς λένε ότι ή θεία Ευχαριστία ή, αν θέλετε, ή θεία Κοι­νωνία είναι «φάρμακο αθανασίας», δέν τό λένε μέ ηθική διάσταση. Ή θεία Κοινω­νία είναι φάρμακο αθανασίας, δηλαδή «φάρμακο» ζωής αιωνίου, χωρίς θάνατο, γιατί μάς καθιστά άγίους έκείνη τή στιγμή. Μάς καθιστά οντολογικά άγίους. Ή δπαρξή μας θεραπεύεται. Συντελείται μιά αλλοίωση τής ίδιας τής φύσεως τοϋ ανθρώπου. Μπορεί νά μήν τήν αντέχουμε αυτήν τήν καλή αλλοίωση. Φεύγοντας από τή θεία Ευχαριστία ή φύση ξαναεπαναστατεί καί έπαναλαμβάνεται τό λεγόμε­νο προπατορικό αμάρτημα. Ξανά ορεγόμαστε τόν Θεό, θέλουμε νά είμαστε μέ τόν Θεό, αλλά θέλουμε νά είμαστε μέ τόν Θεό μέ τίς δικές μας δυνάμεις, μέ τή δική μας αυτονομημένη αντίληψη περί ζωής. Πασχίζουμε νά κάνουμε τό καλό, όπως έμείς τό αντιλαμβανόμαστε. Κατ' ουσίαν πασχίζουμε νά κρατήσουμε τό «έγώ» μας. Εκείνο πού ακόμα δέν έχουμε έπιτύχει είναι νά χαθοϋμε, νά πεθάνουμε, νά τά χάσουμε όλα. 'Αφοϋ όλα μάς χαρίζονται, δηλαδή ή αγιότητα καί ή θέωση, δέν χρειαζόμαστε τίποτα. Μποροϋμε όλα νά τά χάσουμε. Μποροϋμε, αλλά δέν μάς αφήνει ή φύση μας νά τά χάσουμε. Καί τά κρατάμε. Κρατάμε τό «έγώ» μας, μέχρι κάποια στιγ­μή μέσα σ' αυτήν τήν έκκλησιαστική κοινότητα νά συμβεί κάτι κάποιο γεγονός, κά­ποιο περιστατικό, μιά οδύνη, ενας σταυρός, μιά χαρά πού θά μάς δημιουργήσει τή ρωγμή. Κι από τή ρωγμή αυτή αρχίζουμε σιγά-σιγά νά αδειάζουμε από τό «έγώ» μας, μέχρι νά καταφέρουμε -άν τό καταφέρουμε- νά τό χάσουμε έντελως. "Αν δέν χάσεις τήν ψυχή σου, δηλαδή άν δέν πεθάνεις, δέν πρόκειται νά ζήσεις, λέει ό Χρι­στός. Γιά νά κερδίσεις τήν ψυχή σου πρέπει νά τήν χάσεις, πρέπει νά τήν σκοτώ-σεις3. Θέλω νά πω μ' αυτά ότι στή θεία Λειτουργία δέν πηγαίνουμε γιά νά γίνουμε καλοί άνθρωποι. Κανένα καθήκον δέν μάς καλεί νά πηγαίνουμε στή θεία Λειτουρ­γία. Δέν είναι αμαρτία νά μήν πηγαίνεις στήν έκκλησία τήν Κυριακή. Κανείς δέν πρόκειται νά σέ τιμωρήσει. Άπλως είναι θάνατος νά μήν πηγαίνεις έκεί, αφοϋ μό­νον έκεί μπορείς νά υπάρξεις, έκεί μόνον μπορείς νά ζήσεις.
"Ενα έρώτημα είναι τό πως μποροϋμε νά φτάσουμε μέχρι τή θεία Ευχαριστία. 'Αλλά αυτό είναι ενα άλλο θέμα. Πρίν απ' αυτό θά έλεγα ότι αρκεί νά φτάνουμε στή θεία Ευχαριστία, όπως έπισημαίνει ό άγιος Μάξιμος, ακόμα κι άν δέν είμαστε σέ θέση νά κατανοήσουμε τά τελούμενα καί συντελούμενα. 'Εκεί ή παρουσία τοϋ Άγί-ου Πνεύματος ένεργεί διά τής χάριτος τή μεταμορφωτική αλλαγή4. Καί βέβαια έκεί βιώνουμε αυτή τήν έκ πρώτης όψεως τραγική ή χαροποιό κατάσταση, αυτή τή συ­νεχή έναλλαγή: φεύγουμε από τή θεία Ευχαριστία λαχταρώντας αυτό πού χάσαμε· περιμένουμε νά πάμε στή θεία Ευχαριστία λαχταρώντας αυτό πού θά βροϋμε. Μέ­σα σ' αυτήν τήν έναλλαγή από Κυριακή σέ Κυριακή, από ευχαριστιακό τραπέζι σέ ευχαριστιακό τραπέζι παίζεται ουσιαστικά ή ζωή μας.

Υποσημειώσεις
1.    Ή έκφραση «είς τόπον καί τύπον Χριστοϋ», αναφερόμενη στό πρόσωπο τοϋ έπισκόπου ώς προέδρου τής θείας Ευχαριστίας, προέρχεται από τή θεολογία τοϋ άγίου Ιγνατίου: «... πα­ραινώ, έν όμονοία Θεοϋ σπουδάζετε πάντα πράσσειν, προκαθημένου τοϋ έπισκόπου είς τό­πον Θεοϋ» (Πρός Μαγνησιεϊς, B' (PG 5, 668B). Βλ. καί Ισιδώρου Πηλουσιώτου, Επιστολή ρλ (PG 78, 272C): «Ό γάρ έπίσκοπος είς τύπον ών τοϋ Χριστοϋ, τό έργον έκείνου πληροί».
2.    Βλ. Ίωάν. 3,3-5: «'Εάν μή τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ίδείν τήν βασιλείαν τοϋ Θεοϋ».
3.    Ματθ. 17,25: «"Ος γάρ άν θέλη τήν ψυχήν αυτοϋ σωσαι, απολέσει αυτήν».
4.    Μαξίμου Όμολογητοϋ, Μυσταγωγία, ΚΔ' (PG 91, 704A).



Πηγή: Περιοδικό Εφημέριος, Τεύχος Ιουνίου 2012