10/5/2022, Δὲν εἶμαι ἄξιος... μήτε τὰ ποδάρια νὰ σᾶς φιλήσω - Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός

 Δὲν εἶμαι ἄξιος... μήτε τὰ ποδάρια νὰ σᾶς φιλήσω


Ὅταν κατεβαίνη στὸ κήρυγμα ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός (1714-1779), βρίσκει τὰ πάντα ἀνυπόφορα μπλεγμένα καὶ ἀπολύτως ἁπλᾶ, γιατὶ ξέρει τὶ θέλει νὰ κάνη, σὲ ποιοὺς ἀπευθύνεται καὶ πῶς τὸ πετυχαίνει. Δὲν μιλᾶ ὡς μελλοθάνατος, ἔστω τολμηρός. Μιλᾶ ὡς νεκρὸς καὶ ἀείζωος. Δὲν διατυπώνει σκέψεις ἀλλὰ δίδει ζωή.

Λέει: «ὄχι μόνον δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ σᾶς διδάξω, ἀλλὰ μήτε τὰ ποδάρια νὰ σᾶς φιλήσω, διατὶ ὁ καθένας ἀπὸ λόγου σας εἶναι τιμιώτερος ἀπὸ ὅλον τὸν κόσμον». Ἀλλὰ ὁ νεκρὸς ἑαυτός μου «ἔχει τὴν ἐξουσίαν νὰ διδάσκη βασιλεῖς καὶ πατριάρχας, ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, ἄνδρας καὶ γυναῖκας, παιδιὰ καὶ κορίτσια, νέους καὶ γέροντας καὶ ὅλον τὸν κόσμον».

Δὲν σχολιάζει τὰ βάσανα ποὺ περνοῦν, οὔτε ἐρεθίζει τοὺς κατακτητὲς ποὺ τοὺς καταπιέζουν. Χαρίζει σὲ ὅλους τὸν Παράδεισο ποὺ ἀπολαμβάνει.

Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ σταματήση τὸν νεκρὸ ποὺ μιλᾶ γιὰ ζωή. Ὅλοι θέλουν νὰ ἀκοῦνε αὐτὸν ποὺ ξέρει ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι «ὅλος φῶς, ὅλος χαρά, ὅλος εὐσπλαγχνία, ὅλος εὐεργεσία, ὅλος ἀγάπη».

«Ἡ δουλειὰ ἡ ἐδική μου εἶναι ἐδική σας, εἶναι τῆς πίστεώς μας, τοῦ γένους μας». Εἶναι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Τοὺς ἀνεβάζει στὸν οὐρανό, πάνω ἀπὸ αὐτοκρατορίες καὶ τουρκοκρατίες. Τοὺς βάζει στὴ ζωή τους τὸν Χριστό.

Τὸν ἀκοῦνε οἱ ραγιάδες καὶ ζωογονοῦνται. Τὸν ἀκοῦνε οἱ Τοῦρκοι, οἱ Φράγκοι, οἱ Ἑβραῖοι καὶ προβληματίζονται. Τὸν ἀκοῦνε οἱ ὁμιλητὲς καὶ οἱ λογοτέχνες καὶ νοιώθουν βραδύγλωσσοι ποὺ τραυλίζουν.

Εἶναι χειρουργὸς ποὺ κινεῖ τὰ χέρια καὶ τὰ νυστέρια μὲ ἀσυγκράτητη ταχύτητα καὶ ἀπόλυτη ἀκρίβεια. Εἶναι ἀριστοτέχνης τοῦ λόγου, ἐμψυχωτὴς τοῦ ἀνθρώπου, διοργανωτὴς τῆς παιδείας.

Λέει· ἔμαθα ὅτι δὲν εἶστε Ἕλληνες εἰδωλολάτρες, ἀλλὰ χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι. Γι’ αὐτὸ νὰ ἀνοίξετε σχολεῖα, νὰ μαθαίνουν τὰ παιδιά σας ἑλληνικά, νὰ ξεσκεπάζετε τὰ μυστήρια τῆς πίστεως ποὺ κρύβονται ἐκεῖ. Καὶ ὅποιος μαθαίνει ἑλληνικὰ νὰ τοῦ χαρίζετε τὰ χρέγια.

Αὐτὸ τὸ κήρυγμα ἔγινε μιὰ φορὰ καὶ ἀκούγεται γιὰ πάντα. Σφράγισε τὶς ψυχὲς καὶ τὰ σώματα τῶν ἀκροατῶν, τὴν ἱστορία καὶ τὸν τόπο τους.

Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη ἀπόλαυσι· νὰ πλησιάζης τὸν κόσμο σὰν πεθαμένος καὶ ἀνύπαρκτος. Καὶ νὰ τοὺς γεμίζης τὴν καρδιὰ μὲ τὴ χαρὰ ποὺ ξεπερνᾶ τὸν θάνατο.

* * *

Ὅποιος κηρύττει τὴν ἀλήθεια ποὺ σώζει τὸν κόσμο σταυρώνεται ἀπὸ τὶς δυνάμεις τοῦ σκότους ποὺ δὲν ἀνέχονται τὴν τῶν πάντων ἐλευθερία καὶ ἑνότητα. Εἶναι γι’ αὐτοὺς ἀπαράδεκτη ἡ παρουσία τοῦ Θεανθρώπου ποὺ τὰ πάντα ὑπομένει γιὰ νὰ σώση ὅλους.

Δὲν θέλουν τὴν ἀγάπη του, οὔτε ὑποφέρουν τὴν ἐλευθερία του, γιατὶ τοὺς ἀκυρώνει τὴν προοπτικὴ τῆς ζωῆς καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν ἀπασχολήσεών τους. Αὐτοὶ θέλουν τὸ καθεστὼς τῆς βαρβαρότητος γιὰ νὰ τρέφωνται ἀπὸ τὶς σφαγὲς τῶν ἀδυνάτων καὶ τὸ πλιάτσικο τῶν ξένων.


Πηγή: π. Βασίλειος Γοντικάκης, www.agiazoni.gr